Ο άφρων στερείται φρόνησης και διορατικότητας,
περιπλανιέται και χάνεται μέσα στις σκέψεις του. Ο άφρων προσκρούει σε πολλές
επιθυμίες που είμαι ανόητες και βλαβερές. Παρασύρεται σε σκοτεινούς δρόμους και
οδηγείται σε καταστροφή και σε απώλεια.
Ο άφρων είναι ασεβής ∙ η αφροσύνη του τον οδήγησε στην άρνηση του Θεού: «Εἶπεν ἄφρων ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ· οὐκ ἔστι Θεός». Η ψυχή του άφρονα λατρεύει το σώμα και το σαρκικό φρόνημα. Το δε φως που υπήρχε σ’ αυτήν κατέληξε να γίνει σκοτάδι . Όταν περιεργάζεται τον κόσμο, τίποτε άλλο δεν διακρίνει παρά την άστατη ύλη στις διάφορες μορφές της. Η δυνατή του όραση δεν μπορεί να διακρίνει τίποτα στο σκοτάδι που την περικυκλώνει , έξω από την ύλη που στερείται πνεύματος. Η ψυχή του άφρονα αρνήθηκε την ίδια της την ύπαρξη , γιατί ο άφρων πορεύεται στο σκοτάδι και νύχτα ζοφερή έχει πλημμυρίσει την ψυχή του.
Οι δρόμοι του άφρονα οδηγούν στον Άδη. Η πορεία της αφροσύνης του είναι γεμάτη σφάλματα και πολύ δύσβατη. Η ίδια η δημιουργία με μια φωνή «κραυγάζει» και εξαγγέλλει τη δημιουργική σοφία. Μόνο ο άφρων τολμά να την απορρίπτει. Από κοινού η γλώσσα της ανθρωπότητας , ομολογεί ότι υπάρχει Δημιουργός του σύμπαντος, ο άφρων άνθρωπος όμως στέκεται αντίθετος σ’ αυτήν. Ο άφρων αρνείται τον Θεό μέσα από την καρδιά του. Αρνείται τον θεμελιωτή τη στιγμή που βλέπει την οικοδομή.
Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει για τον άφρονα: «Είπε ο άφρων στην καρδιά του∙ δεν υπάρχει Θεός , δεν υπάρχει θεμέλιο∙ και πώς στέκεται η οικοδομή; Δεν υπάρχει η καρίνα , η βάση του πλοίου∙ και πως αυτό συγκροτήθηκε; Δεν υπάρχει ναυπηγός∙ και πώς αρμολογήθηκε το καράβι; Δεν υπάρχει οικοδόμος∙ και πώς έγινε το σπίτι; Δεν υπάρχει μουσική∙ και πώς ακούγεται από τη λύρα η μουσική; Δεν υπάρχει αυτός που προβλέπει∙ και πώς μέσα απ’ όλα αναδεικνύεται η πρόνοια του Θεού;
Δεν υπάρχει ο ηνίοχος∙ και πώς οδηγούνται τα άρματα των τεσσάρων τροχών; Δεν υπάρχει ο αγαλματοποιός∙ και πώς έγιναν οι άνθρωποι που, όπως τα αγάλματα, βρέθηκαν στον κόσμο; Δεν υπάρχει ο καμαροποιός∙ και τότε ποιος στερέωσε σαν καμάρα τον ουρανό; Δεν υπάρχει ο χρυσοχόος∙ και τότε ποιος ακούμπησε τον ήλιο στον ουρανό σαν έναν ολόχρυσο δίσκο πάνω σ’ ένα τραπέζι; Δεν υπάρχει ο λαμπαδούχος∙ και τότε ποιος έστησε τη σελήνη σαν ασημένια λαμπάδα μέσα στη νύχτα;
Δεν υπάρχει αυτός που φωτίζει και τότε ποιος έδωσε σε σένα αστέρια να σου φέγγουν και να σε φωταγωγούν; Δεν υπάρχει αυτός που έφτιαξε «φῶτα μεγάλα μόνῳ» και τότε ποιος τοποθέτησε σε τόσο ύψος τα αστέρια και τα έκανε να ανάβουν σαν λυχνάρια; Καθώς και ο προφήτης λέει: «τῷ ποιήσαντι φῶτα μεγάλα μόνῳ, τὸν ἥλιον εἰς τάς ἀρχὰς τῆς ἡμέρας καὶ τὴν σελήνην εἰς τάς ἀρχὰς τῆς νυκτός ». Δεν υπάρχει ο Δημιουργός και πώς η καλλονή , η μεγάλη ομορφιά των κτισμάτων, μαρτυρά τον Κτίστη; Γιατί εξαιτίας του τόσου μεγέθους και της τόσης ομορφιάς , κατ’ αναλογία, μπορούμε σ’ αυτά να δούμε τον Δημιουργό.
Είπε ο άφρων μέσα στην καρδιά του: δεν υπάρχει Θεός. Όλα όσα γίνονται δηλαδή, πράττονται και ενεργούνται στον κόσμο, έχουν αυτόν που τα σχεδιάζει και αυτόν που τα εκτελεί και μόνο ο κόσμος δεν έχει Αυτόν που τον δημιούργησε και τον στόλισε; Αν για σένα δεν υπάρχει Θεός, τί κάνεις στον χώρο όπου υπάρχουν τα του Θεού; Μένεις στο σπίτι του Θεού και αρνείσαι τον οικοδεσπότη; Ή δώσε το ενοίκιο που δεν είναι τίποτα άλλο από την ευχαρίστηση ή φύγε από το σπίτι. Γιατί μένεις και μολύνεις το σπίτι βλασφημώντας;».
Ο άφρων είναι ασεβής ∙ η αφροσύνη του τον οδήγησε στην άρνηση του Θεού: «Εἶπεν ἄφρων ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ· οὐκ ἔστι Θεός». Η ψυχή του άφρονα λατρεύει το σώμα και το σαρκικό φρόνημα. Το δε φως που υπήρχε σ’ αυτήν κατέληξε να γίνει σκοτάδι . Όταν περιεργάζεται τον κόσμο, τίποτε άλλο δεν διακρίνει παρά την άστατη ύλη στις διάφορες μορφές της. Η δυνατή του όραση δεν μπορεί να διακρίνει τίποτα στο σκοτάδι που την περικυκλώνει , έξω από την ύλη που στερείται πνεύματος. Η ψυχή του άφρονα αρνήθηκε την ίδια της την ύπαρξη , γιατί ο άφρων πορεύεται στο σκοτάδι και νύχτα ζοφερή έχει πλημμυρίσει την ψυχή του.
Οι δρόμοι του άφρονα οδηγούν στον Άδη. Η πορεία της αφροσύνης του είναι γεμάτη σφάλματα και πολύ δύσβατη. Η ίδια η δημιουργία με μια φωνή «κραυγάζει» και εξαγγέλλει τη δημιουργική σοφία. Μόνο ο άφρων τολμά να την απορρίπτει. Από κοινού η γλώσσα της ανθρωπότητας , ομολογεί ότι υπάρχει Δημιουργός του σύμπαντος, ο άφρων άνθρωπος όμως στέκεται αντίθετος σ’ αυτήν. Ο άφρων αρνείται τον Θεό μέσα από την καρδιά του. Αρνείται τον θεμελιωτή τη στιγμή που βλέπει την οικοδομή.
Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει για τον άφρονα: «Είπε ο άφρων στην καρδιά του∙ δεν υπάρχει Θεός , δεν υπάρχει θεμέλιο∙ και πώς στέκεται η οικοδομή; Δεν υπάρχει η καρίνα , η βάση του πλοίου∙ και πως αυτό συγκροτήθηκε; Δεν υπάρχει ναυπηγός∙ και πώς αρμολογήθηκε το καράβι; Δεν υπάρχει οικοδόμος∙ και πώς έγινε το σπίτι; Δεν υπάρχει μουσική∙ και πώς ακούγεται από τη λύρα η μουσική; Δεν υπάρχει αυτός που προβλέπει∙ και πώς μέσα απ’ όλα αναδεικνύεται η πρόνοια του Θεού;
Δεν υπάρχει ο ηνίοχος∙ και πώς οδηγούνται τα άρματα των τεσσάρων τροχών; Δεν υπάρχει ο αγαλματοποιός∙ και πώς έγιναν οι άνθρωποι που, όπως τα αγάλματα, βρέθηκαν στον κόσμο; Δεν υπάρχει ο καμαροποιός∙ και τότε ποιος στερέωσε σαν καμάρα τον ουρανό; Δεν υπάρχει ο χρυσοχόος∙ και τότε ποιος ακούμπησε τον ήλιο στον ουρανό σαν έναν ολόχρυσο δίσκο πάνω σ’ ένα τραπέζι; Δεν υπάρχει ο λαμπαδούχος∙ και τότε ποιος έστησε τη σελήνη σαν ασημένια λαμπάδα μέσα στη νύχτα;
Δεν υπάρχει αυτός που φωτίζει και τότε ποιος έδωσε σε σένα αστέρια να σου φέγγουν και να σε φωταγωγούν; Δεν υπάρχει αυτός που έφτιαξε «φῶτα μεγάλα μόνῳ» και τότε ποιος τοποθέτησε σε τόσο ύψος τα αστέρια και τα έκανε να ανάβουν σαν λυχνάρια; Καθώς και ο προφήτης λέει: «τῷ ποιήσαντι φῶτα μεγάλα μόνῳ, τὸν ἥλιον εἰς τάς ἀρχὰς τῆς ἡμέρας καὶ τὴν σελήνην εἰς τάς ἀρχὰς τῆς νυκτός ». Δεν υπάρχει ο Δημιουργός και πώς η καλλονή , η μεγάλη ομορφιά των κτισμάτων, μαρτυρά τον Κτίστη; Γιατί εξαιτίας του τόσου μεγέθους και της τόσης ομορφιάς , κατ’ αναλογία, μπορούμε σ’ αυτά να δούμε τον Δημιουργό.
Είπε ο άφρων μέσα στην καρδιά του: δεν υπάρχει Θεός. Όλα όσα γίνονται δηλαδή, πράττονται και ενεργούνται στον κόσμο, έχουν αυτόν που τα σχεδιάζει και αυτόν που τα εκτελεί και μόνο ο κόσμος δεν έχει Αυτόν που τον δημιούργησε και τον στόλισε; Αν για σένα δεν υπάρχει Θεός, τί κάνεις στον χώρο όπου υπάρχουν τα του Θεού; Μένεις στο σπίτι του Θεού και αρνείσαι τον οικοδεσπότη; Ή δώσε το ενοίκιο που δεν είναι τίποτα άλλο από την ευχαρίστηση ή φύγε από το σπίτι. Γιατί μένεις και μολύνεις το σπίτι βλασφημώντας;».
Ο άφρων αποστράφηκε τη φρόνηση που είναι αρετή της νόησης , τη λαμπάδα της
ψυχής , τη βασίλισσα των λογισμών και τη διδασκαλία των καλών, και απέβαλε τη
σοφία, τη σύνεση και τη γνώση. Άφρονα λέει ο Γραφή, όχι αυτόν που δεν έχει
μυαλό, ή τον παράφρονα, ή αυτόν που έχει λίγο μυαλό, αλλά τον κακόφρονα.
Ταλαίπωρος άνθρωπος ο άφρων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου