Γιατί το γεγονός της Αναστάσεως ούτε περιγράφεται ούτε απεικονίζεται;
Η Ανάσταση του Χριστού δεν υπάγεται στη νομοτέλεια αυτού του κόσμου
και συνεπώς δεν είναι απλώς ένα γεγονός τεράστιας ιστορικής σημασίας,
αλλά βρίσκεται πάνω από την ιστορία· την νοηματοδοτεί και την
προσανατολίζει προς νέους ορίζοντες, προς ένα καινούργιο κόσμο που είναι
τελείως διαφορετικός από το γνωστό μας κόσμο της φθοράς, του πόνου, και
του θανάτου. Γι’ αυτό και δεν περιγράφεται από τους ευαγγελιστές μας
αυτό το ίδιο το γεγονός της Αναστάσεως, ούτε απεικονίζεται από την
Ορθόδοξη εικονογραφία.
Τα ευαγγέλια, μας διασώζουν τις μαρτυρίες ανθρώπων, ανδρών και γυναικών, που επισκέφθηκαν τον άδειο τάφο, που είδαν τον αναστημένο Χριστό, που μίλησαν και έφαγαν μαζί του και έλαβαν την εντολή να γίνουν κήρυκες της Αναστάσεως του σ’ όλη τήν οικουμένη. Έτσι π.χ. το ευαγγελικό ανάγνωσμα της βραδιάς της Αναστάσεως (Μάρκ. 16,1-8) αφηγείται την επίσκεψη των μυροφόρων στον τάφο, όπου αντί του εσταυρωμένου Ιησού συναντούν άγγελο, ο οποίος διακηρύσσει ότι «ηγέρθη, ουκ έστιν ώδε».
Επίσης και η εικονογραφία της Εκκλησίας μας δεν παρασταίνει το ίδιο γεγονός της Αναστάσεως, άλλα τις ανθρωπολογικές του συνέπειες: παρουσιάζει το Χριστό να συντρίβει τις πύλες του Άδη, να σπάζει τα δεσμά και να ανασταίνει τους νεκρούς.
Στην αναστάσιμη θεία Λειτουργία όρισε η Εκκλησία μας να διαβάζονται οι πρώτοι στίχοι από το κατά Ιωάννη ευαγγέλιο (1,1-17), -περικοπές του οποίου διαβάζοντας όλη τη διάρκεια του Πεντηκοσταρίου. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης μιλάει στην αρχή του ευαγγελίου του για την σάρκωση του Λόγου του Θεού που έφερε στον κόσμο τη χάρη, την αλήθεια και το φώς – όχι μόνο με τη διδασκαλία του αλλά κυρίως με τη σταύρωση και την ανάστασή του. Σάρκωση και θάνατος, αρχή και τέλος του Χριστού μέσα στην ιστορία των ανθρώπων, καθώς και «απαρχή» του καινούργιου κόσμου με την Ανάσταση του βιώνονται μέσα στην εκκλησία σαν ενιαίο γεγονός της αγάπης του Θεού, που έρχεται να φανερώσει την αλήθεια στον υποδουλωμένο στα ψεύτικα είδωλα κόσμο, να φέρει το φως στο σκοτισμένο άνθρωπο και να δώσει χάρη στην καταδικασμένη σε θάνατο εξαιτίας των ιδίων της των έργων ανθρωπότητα.
Η υμνογραφία της Κυριακής του Πάσχα στρέφεται περίπου γύρω από τα ίδια θέματα, γύρω από την αγαλλίαση και ευφροσύνη που χαρακτηρίζουν τους πιστούς και γύρω από το μήνυμα της αγάπης. Τόσο λοιπόν τα ευαγγελικά μας κείμενα, όσο η λειτουργική και εικονογραφική παράδοση της εκκλησίας το ανθρωπολογικό μήνυμα της Αναστάσεως μας μεταφέρουν και τη σημασία της για την ύπαρξη του άνθρωπου υπογραμμίζουν.
Πραγματικά, η σημασία της Αναστάσεως του Χριστού δεν εξαντλείται στην απολογητική προσπάθεια αποδείξεως της ιστορικής της πραγματικότητας. Τί νόημα θα είχε ένα γεγονός της ιστορίας μαρτυρημένο από πολλές γραπτές πηγές, αν αυτό δεν σχετιζόταν άμεσα με την ύπαρξη του καθενός μας; Η Ανάσταση του Χριστού έχει ακριβώς αυτή την υπαρξιακή διάσταση: Δηλώνει την αρχή της νέας δημιουργίας, του καινούργιου κόσμου που προσφέρει ο Θεός στην ανθρωπότητα. Κι ο καινούργιος αυτός κόσμος δεν έχει καμιά σχέση με την οσμή της φθοράς, τον τρόμο του θανάτου και τις εχθρικές εκδηλώσεις του άνθρωπου προς τον συνάνθρωπο, αλλ’ είναι ζωή αγάπης, ζεστασιάς και ελπίδας.
Η Ανάσταση λοιπόν έχει νόημα όχι απλώς σαν ιστορικό γεγονός στην γενικότητά του, αλλά σαν θείο προσκλητήριο που αφορά τον κάθε άνθρωπο ιδιαίτερα. Κι όταν ο Θεός προσφέρει το δώρο της ζωής, δεν αποτελεί ασύνετη εκδήλωση του άνθρωπου να προτιμάει τον θάνατο; Όταν ο Θεός με την Ανάσταση του Χριστού ξαναδημιουργεί τον χαλασμένο κόσμο και δίνει τη δυνατότητα αναστάσεως του κάθε ανθρώπου, ποιά δικαίωση μπορεί να έχει όποιος επιμένει στην απόγνωση και στο μηδέν;
Η Ανάσταση του Χριστού είναι μήνυμα ελπίδας και ζωής. Το μήνυμα αυτό με το κήρυγμα της Εκκλησίας απευθύνεται στον άνθρωπο κάθε εποχής και μαρτυρεί την ανεξάντλητη αγάπη του Θεού, ο οποίος, παρά τις θανατηφόρες ενέργειες των ανθρώπων, τους καλεί συνεχώς στη ζωή και στον κόσμο της Αναστάσεως.
(Ιωάν. Δ. Καραβιδόπουλου, «Οδός Ελπίδος»)
Τα ευαγγέλια, μας διασώζουν τις μαρτυρίες ανθρώπων, ανδρών και γυναικών, που επισκέφθηκαν τον άδειο τάφο, που είδαν τον αναστημένο Χριστό, που μίλησαν και έφαγαν μαζί του και έλαβαν την εντολή να γίνουν κήρυκες της Αναστάσεως του σ’ όλη τήν οικουμένη. Έτσι π.χ. το ευαγγελικό ανάγνωσμα της βραδιάς της Αναστάσεως (Μάρκ. 16,1-8) αφηγείται την επίσκεψη των μυροφόρων στον τάφο, όπου αντί του εσταυρωμένου Ιησού συναντούν άγγελο, ο οποίος διακηρύσσει ότι «ηγέρθη, ουκ έστιν ώδε».
Επίσης και η εικονογραφία της Εκκλησίας μας δεν παρασταίνει το ίδιο γεγονός της Αναστάσεως, άλλα τις ανθρωπολογικές του συνέπειες: παρουσιάζει το Χριστό να συντρίβει τις πύλες του Άδη, να σπάζει τα δεσμά και να ανασταίνει τους νεκρούς.
Στην αναστάσιμη θεία Λειτουργία όρισε η Εκκλησία μας να διαβάζονται οι πρώτοι στίχοι από το κατά Ιωάννη ευαγγέλιο (1,1-17), -περικοπές του οποίου διαβάζοντας όλη τη διάρκεια του Πεντηκοσταρίου. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης μιλάει στην αρχή του ευαγγελίου του για την σάρκωση του Λόγου του Θεού που έφερε στον κόσμο τη χάρη, την αλήθεια και το φώς – όχι μόνο με τη διδασκαλία του αλλά κυρίως με τη σταύρωση και την ανάστασή του. Σάρκωση και θάνατος, αρχή και τέλος του Χριστού μέσα στην ιστορία των ανθρώπων, καθώς και «απαρχή» του καινούργιου κόσμου με την Ανάσταση του βιώνονται μέσα στην εκκλησία σαν ενιαίο γεγονός της αγάπης του Θεού, που έρχεται να φανερώσει την αλήθεια στον υποδουλωμένο στα ψεύτικα είδωλα κόσμο, να φέρει το φως στο σκοτισμένο άνθρωπο και να δώσει χάρη στην καταδικασμένη σε θάνατο εξαιτίας των ιδίων της των έργων ανθρωπότητα.
Η υμνογραφία της Κυριακής του Πάσχα στρέφεται περίπου γύρω από τα ίδια θέματα, γύρω από την αγαλλίαση και ευφροσύνη που χαρακτηρίζουν τους πιστούς και γύρω από το μήνυμα της αγάπης. Τόσο λοιπόν τα ευαγγελικά μας κείμενα, όσο η λειτουργική και εικονογραφική παράδοση της εκκλησίας το ανθρωπολογικό μήνυμα της Αναστάσεως μας μεταφέρουν και τη σημασία της για την ύπαρξη του άνθρωπου υπογραμμίζουν.
Πραγματικά, η σημασία της Αναστάσεως του Χριστού δεν εξαντλείται στην απολογητική προσπάθεια αποδείξεως της ιστορικής της πραγματικότητας. Τί νόημα θα είχε ένα γεγονός της ιστορίας μαρτυρημένο από πολλές γραπτές πηγές, αν αυτό δεν σχετιζόταν άμεσα με την ύπαρξη του καθενός μας; Η Ανάσταση του Χριστού έχει ακριβώς αυτή την υπαρξιακή διάσταση: Δηλώνει την αρχή της νέας δημιουργίας, του καινούργιου κόσμου που προσφέρει ο Θεός στην ανθρωπότητα. Κι ο καινούργιος αυτός κόσμος δεν έχει καμιά σχέση με την οσμή της φθοράς, τον τρόμο του θανάτου και τις εχθρικές εκδηλώσεις του άνθρωπου προς τον συνάνθρωπο, αλλ’ είναι ζωή αγάπης, ζεστασιάς και ελπίδας.
Η Ανάσταση λοιπόν έχει νόημα όχι απλώς σαν ιστορικό γεγονός στην γενικότητά του, αλλά σαν θείο προσκλητήριο που αφορά τον κάθε άνθρωπο ιδιαίτερα. Κι όταν ο Θεός προσφέρει το δώρο της ζωής, δεν αποτελεί ασύνετη εκδήλωση του άνθρωπου να προτιμάει τον θάνατο; Όταν ο Θεός με την Ανάσταση του Χριστού ξαναδημιουργεί τον χαλασμένο κόσμο και δίνει τη δυνατότητα αναστάσεως του κάθε ανθρώπου, ποιά δικαίωση μπορεί να έχει όποιος επιμένει στην απόγνωση και στο μηδέν;
Η Ανάσταση του Χριστού είναι μήνυμα ελπίδας και ζωής. Το μήνυμα αυτό με το κήρυγμα της Εκκλησίας απευθύνεται στον άνθρωπο κάθε εποχής και μαρτυρεί την ανεξάντλητη αγάπη του Θεού, ο οποίος, παρά τις θανατηφόρες ενέργειες των ανθρώπων, τους καλεί συνεχώς στη ζωή και στον κόσμο της Αναστάσεως.
(Ιωάν. Δ. Καραβιδόπουλου, «Οδός Ελπίδος»)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου