Κυριακή 26 Ιουνίου 2016

«Εν λήξει πανολβίω, μάκαρ Ελισσαίε, αναπαυόμενος νυν καθικέτευε της των ψυχών σωτηρίας αξιωθήναι ημάς»


 «Εν λήξει πανολβίω, μάκαρ Ελισσαίε, αναπαυόμενος νυν καθικέτευε της των ψυχών σωτηρίας αξιωθήναι ημάς»

Ο προφήτης Ελισσαίος κατήγετο εκ κώμης Αβελ-Μαουλά της περιοχής του Ιορδάνου ποταμού. Εις αυτήν ευρήκεν αυτόν ο προφήτης Ηλίας και εκάλεσεν αυτόν, ίνα γίνη μαθητής του. Ούτος εθυσίασε τους δώδεκα βόας, διά των οποίων ώργωνε την γην και εποίησε δοχήν, τράπεζαν προς διατροφήν του λαού και ηκολούθησε τον προφήτην Ηλίαν.

Εις τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, κυρίως των Βασιλειών, μαρτυρούνται πολλά σημεία, διά των οποίων εχαρίτωσεν αυτόν ο Θεός, ωρισμένα εκ των οποίων είναι η διά προσευχής μετατροπή των πικρών και βλαβερών υδάτων της παρά τους πρόποδας του Σαρανταρίου όρους κειμένης πηγής εις γλυκά και πόσιμα, η ανάσυρσις πελέκεως εκ των υδάτων του Ιορδάνου, η ανάστασις του υιού της φιλοξενησάσης αυτόν Σωμανίτιδος γυναικός και η διάβασις του Ιορδάνου ποταμού εν πλω επί της μηλωτής του προφήτου Ηλιού, την οποίαν ούτος εζήτησε να του ρίψη ο προφήτης Ηλίας πριν αναληφθή επί πυρίνου άρματος εις τους ουρανούς.
 
«Προβλέψει θεική Ηλιού σε ο μέγας, σοφέ Ελισσαιέ φοιτητήν επισπάται, προφήτην δεικνύων σε, ελλαμπόμενον Πνεύματι, όθεν σήμερον την παναγίαν σου μνήμην εορτάζομεν ευσεβοφρόνως τιμώντες συν τούτω σε ένδοξε», αναφωνεί ο μελωδός της Εκκλησίας.

Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Ευλαβείς Χριστιανοί,

Η χάρις του αγίου Πνεύματος, του «αναδείξαντος τους προφήτας, οι ελάλησαν τω ονόματι Κυρίου», (Ιακ. 5,10) συνήγαγεν πάντας ημάς εν τω ιερώ τούτω τόπω της περιχώρου του Ιορδάνου ποταμού, ίνα εορτάσωμεν την μνήμην του αγίου Προφήτου Ελισσαίου, φοιτητού γενομένου του Προφήτου Ηλιού του Θεσβίτου.

Ούτος εχρίσθη, κατ’ εντολήν του Θεού, υπό του προφήτου Ηλιού διάδοχος αυτού εις το προφητικόν αξίωμα: «Καί είπε Κύριος προς Ηλία, πορεύου και τον Ελισσαιέ υιόν Σαφάτ χρίσεις εις προφήτην αντί σού», (Γ’ Βασιλ. 19,15-16), «και απήλθεν εκείθεν και ευρίσκει τον ῾Ελισσαιέ υιόν Σαφάτ, και αυτός ηροτρία εν βουσί δώδεκα ζεύγη ενώπιον αυτού, και αυτός εν τοις δώδεκα και απήλθεν επ᾿ αυτόν και επέρριψε την μηλωτήν αυτού επ᾿ αυτόν. και κατέλιπεν ῾Ελισσαιέ τας βόας και κατέδραμεν οπίσω ᾿Ηλιού και είπε· καταφιλήσω τον πατέρα μου και ακολουθήσω οπίσω σου». (Γ’ Βασιλ. 19,19-20).

Ο άγιος Ελισσαίος διακρίνεται όχι μόνον διά την κλήσιν αυτού εις το προφητικόν αξίωμα, διά του οποίου επροφήτευσε περί της του Χριστού παρουσίας, αλλά και την ποιμαντικήν αυτού δράσιν και την θαυματουργικήν αυτού ενέργειαν. Ούτος ελλαμφθείς τω Πνεύματι τω Αγίω εποίησε πλείστα όσα θαύματα εν ζωή και μετά θάνατον, ως λέγει και ο μελωδός αυτού:

«Διπλήν την χάριν ειληφώς παρά του Πνεύματος, προφήτης ώφθης θαυμαστός πάσι τοις πέρασι, τους υμνούντας σε λυτρούμενος εκ κινδύνων και δωρούμενος την χάριν των θαυμάτων σου, τοις προστρέχουσι εν ταύτη μετά πίστεως και βοώσι σοι. Χαίροις Προφήτα θεσπέσιε».
Οι προφήται της Παλαιάς Διαθήκης υπήρξαν ευαγγελισταί και Απόστολοι της του Θεού αποκαλύψεως φανερώσεως εις την ανθρωπίνην ημών ιστορίαν. Ούτοι προείδον και προεφήτευσαν «τον της μεγάλης βουλής άγγελον» ή τον Χριστόν κατά τον προφήτην Ησαίαν, λέγοντα: «Ότι παιδίον εγενήθη ημίν υιός και εδόθη ημίν, ου η αρχή εγενήθη επί του ώμου αυτού και καλείται το όνομα αυτού μεγάλης βουλής άγγελος, θαυμαστός σύμβουλος, Θεός ισχυρός, εξουσιαστής, άρχων ειρήνης, πατήρ του μέλλοντος αιώνος» (Ησ. 9,6).

Όπως οι μαθηταί του Χριστού, αλιείς όντες, εκλήθησαν εις το Ευαγγελικόν και αποστολικόν αξίωμα και εγένοντο κοινωνοί της θεωρίας της δόξης του Θεού, δηλονότι των θείων ακτίστων ενεργειών, ούτω και οι προφήται, εν οις και ο θαυμαστός Ελισσαίος, αγρόται και ποιμένες όντες και καθαροί τη καρδία εγένοντο κοινωνοί της εμπειρίας του αποκαλυφθέντος εις αυτούς Θεού.

Με άλλα λόγια, ούτοι εθεώρουν την δόξαν του Θεού εν τω προσώπω του εν τω όρει Θαβώρ μεταμορφωθέντος Σωτήρος ημών Χριστού, πλην όμως ουχί εν τη ενσάρκω και ενανθρωπησάση αυτού παρουσία, αλλά εν τη ασάρκω και μη ενανθρωπησάση του Θεού Λόγου παρουσία. Ως δε λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός: «εις εστίν ο Θεός υπό τε Παλαιάς Διαθήκης και Καινής κηρυττόμενος, ο εν Τριάδι υμνούμενος τε και δοξαζόμενος, του Κυρίου φήσαντος: Ουκ ήλθον καταλύσαι τον νόμον αλλά πληρώσαι» (Ματθ. 5,17) «Διά πνεύματος τοίνυν Αγίου ο τε νόμος και οι Προφήται Ευαγγελισταί και Απόστολοι και ποιμένες ελάλησαν και διδάσκαλοι».
Καθίσταται λοιπόν σαφές ότι όλοι οι προφήται, όπως και ο προφήτης ημών Ελισσαίος έτυχον της μεθέξεως του Αγίου Πνεύματος, δηλονότι της μιάς θεότητος της Αγίας Τριάδος. Λέγομεν δε τούτο διά να δείξωμεν, ότι οι προφήται της αγίας Γραφής μετά πάντων των αγίων, αποστόλων, Ευαγγελιστών, μαρτύρων, Ιεραρχών, ομολογητών και οσίων, συναποτελούν τον χορόν των δικαίων της Αγίας ημών Εκκλησίας, της αποτελούσης το σώμα του Σωτήρος ημών Χριστού. Ιδού λοιπόν, διά τι η αγία ημών Εκκλησία τιμά και γεραίρει ιδιαζόντως την μνήμην του αγίου προφήτου Ελισσαίου, ψάλλουσα διά στόματος του υμνωδού: «Ήλιος καταλάμψας, ο της δικαιοσύνης, εν τη πεφωτισμένη ψυχή σου , απεδίωξας πάσαν αχλύν αμαρτίας εξ αυτών και Θεού έδειξε Προφήτην σε φαιδρότατον εντεύθεν και ημείς κράζομεν ούτως: Χαίρε ότι ηκολούθησας τω καλέσαντι Θεώ. Χαίρε ότι νυν απείληφας παρ’ αυτού τας δωρεάς. Χαίρε ότι την μηλωτήν Ηλιού εκομίσω. Χαίρε ότι εν τάχει διασχίζεις το ύδωρ. Χαίρε μαθών την απόκρυφον γνώσιν, χαίρε θανών και ως ζων εποπτεύων».

Ο προφητικός λόγος αλλά και έλεγχος κατά των αδικιών των αρχόντων της εποχής του, μετά σθένους και σταθερότητος καταγράφεται ως έπαινος πλέον και εις το βιβλίον Σειράχ:
«Ηλίας, ος εν λαίλαπι εσκεπάσθη, και ᾿Ελισσαιέ ενεπλήσθη πνεύματος αυτού· και εν ημέραις αυτού ουκ εσαλεύθη υπό άρχοντος, και ου κατεδυνάστευσεν αυτόν ουδείς. πας λόγος ουχ υπερήρεν αυτόν, και εν κοιμήσει επροφήτευσε το σώμα αυτού· και εν ζωή αυτού εποίησε τέρατα, και εν τελευτή θαυμάσια τα έργα αυτού», (Σοφ. Σειράχ, 48, 12-14).

Θαυμαστός όντως, αγαπητοί μου αδελφοί, «ο Θεός εν τοις αγίοις αυτού», ως ψάλλει ο Προφήτης Δαυίδ, (Ψαλμ. 67,36). Δεηθώμεν του Αγίου Προφήτου Ελισσαίου και μετά του μελωδού αυτού είπωμεν: «Εν λήξει πανολβίω, μάκαρ Ελισσαίε, αναπαυόμενος νυν καθικέτευε της των ψυχών σωτηρίας αξιωθήναι ημάς», Αμήν».
 

Βίος του Αγίου ενδόξου Προφήτου Ελισσαίου


Βίος του Αγίου ενδόξου Προφήτου Ελισσαίου
Στιχηρά του Προφήτου, ήχος πλ. Β΄
Χαίροις Ἐλισσαίε πάνσοφε, σὺ γὰρ καθάρας τὸν νοῦν,
ἡδόνων τῶν τοῦ σώματος, ὑπεδέξω ἔνδοξε,
τὰς αὐγὰς τὰς τοῦ Πνεύματος, τοῖς ἐφεξῆς τὲ πάσι μετέδωκας
καὶ ὅλος ὤφθης, φωτοειδέστατος, ὅθεν ἐσκήνωσας,
πρὸς τὸ φῶς τὸ ἄδυτον, ὑπὲρ ἡμῶν, πάντοτε δεόμενος,
τῶν εὐφημούντων σε.  

Στη χορεία των Προφητών του Ισραήλ εξέχουσα θέση κατέχει και ο Προφήτης Ελισσαίος. Συνδέθηκε στενά με τον Προφήτη Ηλία το Θεσβίτη, ο οποίος και τον έχρισε Προφήτη κατά θεία εντολή. Ο Προφήτης Ελισσαίος γεννήθηκε στα Γάλγαλα, όπου είχε σκηνώσει πρώτα ο Ισραηλιτικός λαός, αφού διαπέρασε τον Ιορδάνη ποταμό. Εκεί ο Ιησούς του Ναυή έστησε θυσιαστήριο από δώδεκα λίθους, τους οποίους έλαβε από τον Ιορδάνη, σε ανάμνηση της θαυμαστής διάβασης του Ισραηλιτικού λαού και εκεί γιόρτασε το πρώτο Πάσχα στη γη Χαναάν.
Για τη γέννηση του Προφήτου Ελισσαίου στα Γάλγαλα ο Συναξαριστής Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης (τ. Β΄ σ. 203) αναφέρει ότι όταν γεννήθηκε ο Προφήτης Ελισσαίος, η χρυσή δαμάλα, που προσκυνούσαν εκεί βόησε τόσο δυνατά που ακούστηκε στην Ιερουσαλήμ. Ο λαός ανατρίχιασε στο άκουσμα αυτό και ο Αρχιερέας αφού κοίταξε τις δύο πέτρες που κρέμονταν στο στήθος του, από τις οποίες η μία ονομαζόταν Δήλωση και άλλη Αλήθεια, σηκώθηκε όρθιος και σε στάση προσευχής, ύψωσε τα μάτια του στον ουρανό και φώναξε:  «Αυτή τη στιγμή προφήτης μεγάλος γεννάται, ο οποίος θα συντρίψει και κρημνίσει τα γλυπτά και τα χωνευτά είδωλα». Ο κόσμος, όταν άκουσε αυτή την προφητεία, έσκυψε φοβισμένος το κεφάλι του και προσευχήθηκε θερμά.  
Ο Ελισσαίος από μικρό παιδί αγαπούσε τη γη και την καλλιεργούσε με αληθινή αγάπη. Τα δέντρα, τα φυτά, η φύση ολόκληρη τον συντρόφευε στις προσευχές του και στον ασκητικό του αγώνα.
Ο Προφήτης Ηλίας μετά τα συγκλονιστικά γεγονότα της ζωής του, που  τον είχαν συνταράξει, βρισκόταν απομονωμένος σε σπηλιά στις ψηλές πλαγιές του όρους Χωρήβ. Διψούσε η κουρασμένη του ψυχή να δει το Θεό, να ακούσει τη φωνή του. Και πράγματι ο Θεός του μίλησε: «Τι θέλεις εδώ Ηλιού;» Και ο Προφήτης του απάντησε με συγκίνηση: «Κύριε, σε λαχταράει η ψυχή μου. Δε βλέπεις τι γίνεται γύρω μας; Ο λαός σου εγκατέλειπε τη διαθήκη Σου. Γκρέμισαν τα θυσιαστήριά Σου, έσφαξαν σαν αρνιά με το μαχαίρι τους Προφήτες Σου και έμεινα εγώ μόνος. Κύριε και ζητούν και τη ζωή μου ακόμα να μου πάρουν…». Και η φωνή του Θεού είπε: «Πήγαινε πίσω στο δρόμο προς την έρημο της Δαμασκού και θα φτάσεις εκεί… και θα χρίσεις τον Ελισσαιέ, υιό Σαφάτ, Προφήτη, διότι αυτός θα συνεχίσει το έργο σου…».
Ο Προφήτης Ηλίας ξεκίνησε να εκτελέσει το πρόσταγμα του Θεού. Βρήκε τον Ελισσαιέ να οργώνει τη γη. Ο προφήτης Ηλίας τον πλησίασε και τον καλούσε με τον τρόπο του κοντά του. Ο Ελισσαίος αμέσως, πήγε, φίλησε τον πατέρα του αποχαιρετώντας τον, έσφαξε όλα τα βόδια του, τα έψησε και τα πρόσφερε στους φτωχούς του λαού. Ελεύθερος πλέον ακολούθησε τον Προφήτη Ηλία. Παρακολουθούσε κάθε λόγο του και κάθε ενέργεια του με προσοχή. Ήθελε να νιώσει βαθιά τη ζωή του Προφήτου, για να μπορέσει να βαδίσει στον ίδιο δρόμο (Γ΄ Βασιλ. Ιθ΄ 7-21).
Όταν ήρθε ο ώρα να φύγει από αυτόν τον κόσμο ο Ηλίας βρίσκονταν στην πόλη Βαιθήλ. Οι εμπνευσμένοι από το Θεό, της πόλης αυτής, πλησίασαν με συγκίνηση τον Ελισσαίο και του είπαν: «Η φωνή του Θεού μας λέει ότι σήμερα ο Κύριος θα πάρει με σύννεφο τον Ηλία, το γνωρίζεις;». Και ο Ελισσαίος τους είπε ότι το αισθανόταν. Με αποφασιστικότητα είπε στην Ηλία ότι δεν θα τον αφήσει μόνο του ούτε στιγμή, λέγοντας: «Ζει Κύριος και ζει η ψυχή σου».  Έτσι τον ακολούθησε στην Ιεριχώ και από εκεί στον Ιορδάνη. Εκεί, παρόντων πενήντα εμπνευσμένων προφητών από την Ιερουσαλήμ, ο Ηλιού πήρε στο χέρι τη μηλωτή του, την άπλωσε και χτύπησε με αυτή τα νερά του Ιορδάνου ποταμού. Και τα νερά αμέσως σταμάτησαν, χωρίστηκαν σε δύο, άνοιξαν δρόμο και διάβηκαν και οι δύο απέναντι. Τότε ο Ηλιού του είπε: «Κάποια στιγμή θα αναληφθώ στους ουρανούς, εκεί δεν μπορείς να με ακολουθήσεις, μπορείς όμως να μου ζητήσεις ότι θέλεις». Ο Ελισσαίος αισθάνθηκε ρίγη να περνούν το κορμί του, βούρκωσαν τα μάτια του και είπε με λαχτάρα: «Τη χάρη, που έλαβες εσύ από το Θεό, θέλω να την αφήσεις διπλή σε εμένα». Τότε ο Ηλίας αποκρίθηκε: «Αν δεις την ανάληψή μου στους ουρανούς, θα αποκτήσεις διπλή τη χάρη». Προχώρησαν κουβεντιάζοντας, στην όχθη του ποταμού. Ξαφνικά ένα άρμα από φωτιά, άρπαξε τον Ηλία και εν μέσω θορύβου τον ανέβαζε προς τον ουρανό. Θαμπώθηκε ο Ελισσαίος και ξέσπασε φωνάζοντας: «Πάτερ, Πάτερ ἅρμα Ἰσραὴλ καὶ ἱππέας αὐτοῦ…». Είδε τη μηλωτή του να πέφτει από το άρμα πάνω του. Την ίδια στιγμή αισθάνθηκε θεϊκή δύναμη να πλημμυρίζει την ψυχή του. Πήρε στα χέρια του ευλαβικά το πολύτιμο δώρο και κτύπησε με αυτή τα νερά του Ιορδάνου ποταμού, ζητώντας από το Θεό τη δύναμη του Ηλία και αμέσως άνοιξαν τα ύδατα και διήλθε τον Ιορδάνη. Οι προφήτες που παρακολουθούσαν έκπληκτοι τα φαινόμενα είπαν: «Αληθινά το πνεύμα του Ηλία αναπαύθηκε στον Ελισσαίο». Τον πλησίασαν, έσκυψαν ευλαβικά και τον προσκύνησαν (Δ΄ Βασιλ. β΄ 1-25).        
Ο Θεός έκανε πολλά θαύματα μέσω του Προφήτου Ελισσαίου.  Ακολουθούν δύο πολύ χαρακτηριστικά θαύματα. Τα νερά της Ιεριχούς, τα οποία έκαναν άτεκνους τους ανθρώπους και τα ζώα που τα έπιναν, τα γιάτρεψε ρίχνοντας αλάτι σε αυτά και λέγοντας «Τάδε λέει Κύριος, ἰατρεύω τὰ νερὰ αὐτὰ». Επίσης ανέστησε δύο νεκρούς, έναν ενώ ήταν ζωντανός, τον υιό της Σωμανίτιδας και άλλον μετά την κοίμησή του.
Ο Προφήτης Ελισσαίος θεράπευσε τον Νεεμάν, πολύτιμο συνεργάτη του βασιλιά της Συρίας από τη λέπρα. Μετά από επιστολή του Σύριου βασιλιά προς το βασιλιά του Ισραήλ απαιτώντας να θεραπευθεί ο Νεεμάν, έχοντας ακούσει για τον Προφήτη του Θεού που θεραπεύει από τις αρρώστιες, ολόκληρα άρματα, μακρά συνοδεία, φορτωμένα με άφθονα και πολύτιμα δώρα ξεκίνησε για την Παλαιστίνη.  Ο άρχων της Συρίας πήγε στο ταπεινό σπίτι του Προφήτου και στάθηκε στην πόρτα του με όλα τα άρματα και τα πλούσια εφόδια. Μα πριν κατέβει άνθρωπος του Ελισσαίου τον πλησίασε και του έδωσε τη συνταγή της θεραπείας του: «Πήγαινε στον Ιορδάνη ποταμό και κάνε λουτρό επτά φορές και θα γίνει εντελώς καλά».  Ο Νεεμάν θύμωσε, θεωρώντας ότι τον κορόιδεψε και ξεκίνησε για να φύγει. Όμως οι υπηρέτες του τον έπεισαν να μείνει και να πράξει αυτό που του είπε ο Προφήτης. Πράγματι πήγε στον Ιορδάνη ποταμό, πλύθηκε και η λέπρα σαν λέπια ψαριού έπεσε από πάνω του και έγινε το σώμα του καθαρό και υγιές. Με δάκρυα στα μάτια   γύρισε στο σπίτι του Προφήτη Ελισσαίου, του εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του και ομολόγησε: «Πείσθηκα αδιάσειστα ότι μόνος αληθινός Θεός είναι ο Θεός του Ισραήλ. Η ευγνωμοσύνη μου θα είναι παντοτινή προς εσένα. Όλα τα δώρα είναι δικά σου. Είμαι δούλος σου». Όμως ο Προφήτης αρνήθηκε τα δώρα,  γνωρίζοντας ότι η ευγνωμοσύνη οφείλεται στο Θεό, ενώ με την πράξη του δοξάστηκε το όνομα του Θεού.
Ωστόσο ο υπηρέτης του, Γιεζί, θαμπώθηκε από τα δώρα και επέδειξε φιλαργυρία, φιλοχρηματία και παρακοή. Έτρεξε στο Νεεμάν και του ζήτησε χρήματα και στολές, λέγοντας ψέματα ότι τα ζήτησε ο Προφήτης. Ο Νεεμάν αμέσως με χαρά έδωσε διπλάσια από όσα του ζήτησε και εκείνος τα πήρε και τα κράτησε για τον εαυτό του. Όταν γύρισε στο σπίτι είπε ψέματα στον Ελισσαίο και εκείνος αφού τον επέπληξε σκληρά για την πράξη του, την οποία γνώριζε, αφού το πνεύμα του είχε παρακολουθήσει την αμαρτία του υπηρέτη, του μετέδωσε τη λέπρα του Νεεμάν. Αμέσως ο Γιεζί αισθάνθηκε ένα τρομερό κλονισμό και με φρίκη είδε όλο του το κορμί να γεμίζει με λέπρα (Δ΄ Βασιλ. 5).  
Όταν κοιμήθηκε ο Προφήτης Ελισσαίος ενταφιάστηκε στη Σεβαστούπολη που βρίσκεται στη Σαμάρεια. Στο έργο του Πατριάρχη Ιεροσολύμων Δοσίθεου «Δωδεκάβιβλος» σημειώνεται ότι στον έβδομο χρόνο του Θεοδοσίου του Μικρού, το έτος 415, μεταφέρθηκε στην Αλεξάνδρεια το λείψανο του Προφήτου Ελισσαίου και κατετέθη στην Μονή Παύλου του Λεπρού. Από την Αλεξάνδρεια μεταφέρθηκαν τα λείψανά του και κατατέθηκαν στον Ιερό Ναό των Αγίων Αποστόλων των Μεγάλων στην Κωνσταντινούπολη. Η κατάθεση αυτή εορτάζεται 20 Ιουνίου. Την ίδια ημέρα εορτάζεται η κατάθεση των λειψάνων και περιβολαίων των Αγίων Αποστόλων Λουκά, Ανδρέου και Θωμά και του Μάρτυρος Λαζάρου, τα οποία κατατέθηκαν επίσης στον Ιερό Ναό των Αγίων Αποστόλων των Μεγάλων στην Κωνσταντινούπολη. Σπουδαίο είναι το γεγονός ότι ο  Προφήτης Ελισσαίος προφήτευσε για την παρουσία του Χριστού.

Πηγή υλικού
Καθηγουμένου της Ιεράς Μονής του Προφήτου Ελισσαίου εν Ιεριχοί, Αρχιμ. Ανθίμου, Βίος και Ακολουθία του Αγίου ενδόξου Προφήτου Ελισσαίου, Ιεροσόλυμα 2000



14. Τοῦ Ἁγίου Προφήτου Ἐλισσαίου
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
δ΄ 22 - 30
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐθαύμαζον οἱ ὄχλοι ἐπὶ τοῖς λόγοις τῆς χάριτος τοῖς ἐκπορευομένοις ἐκ τοῦ στόματος τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἔλεγον· Οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς Ἰωσὴφ ; 23 καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· Πάντως ἐρεῖτέ μοι τὴν παραβολὴν ταύτην· ἰατρέ, θεράπευσον σεαυτόν· ὅσα ἠκούσαμεν γενόμενα ἐν τῇ Καπερναοὺμ, ποίησον καὶ ὧδε ἐν τῇ πατρίδι σου. 24 εἶπε δέ· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς προφήτης δεκτός ἐστιν ἐν τῇ πατρίδι αὐτοῦ. 25 ἐπ' ἀληθείας δὲ λέγω ὑμῖν πολλαὶ χῆραι ἦσαν ἐν ταῖς ἡμέραις Ἠλίου ἐν τῷ Ἰσραήλ, ὅτε ἐκλείσθη ὁ οὐρανὸς ἐπὶ ἔτη τρία καὶ μῆνας ἕξ, ὡς ἐγένετο λιμὸς μέγας ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν, 26 καὶ πρὸς οὐδεμίαν αὐτῶν ἐπέμφθη Ἠλίας εἰ μὴ εἰς Σαρεπτὰ τῆς Σιδωνίας πρὸς γυναῖκα χήραν. 27 καὶ πολλοὶ λεπροὶ ἦσαν ἐπὶ Ἐλισαίου τοῦ προφήτου ἐν τῷ Ἰσραὴλ, καὶ οὐδεὶς αὐτῶν ἐκαθαρίσθη εἰ μὴ Νεεμὰν ὁ Σύρος. 28 καὶ ἐπλήσθησαν πάντες θυμοῦ ἐν τῇ συναγωγῇ ἀκούοντες ταῦτα, 29 καὶ ἀναστάντες ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω τῆς πόλεως καὶ ἤγαγον αὐτὸν ἕως ὀφρύος τοῦ ὄρους, ἐφ' οὗ ἡ πόλις αὐτῶν ᾠκοδόμητο, εἰς τὸ κατακρημνίσαι αὐτόν· 30 αὐτὸς δὲ διελθὼν διὰ μέσου αὐτῶν ἐπορεύετο.
 ΕΡΜΗΝΕΙΑ (κ. Παναγιώτη Τρεμπέλα)

22 Καί ὅλοι ὅσοι ἄκουσαν τήν ἐξήγηση τῆς προφητείας πού στή συνέχεια ἔκανε ὁ Ἰησοῦς, ὁμολογοῦσαν ὅτι κήρυξε ἐξαίρετα. Καί ἀποροῦσαν γιά τά λόγια πού ἔβγαιναν ἀπό τό στόμα του καί ἦταν γεμάτα μέ θεία χάρη καί γλυκύτητα· κι ἔλεγαν: Περίεργο! Δέν εἶναι αὐτός ὁ γιός τοῦ Ἰωσήφ, πού μέχρι χθές ἐργαζόταν σάν ἕνας ἀπό μᾶς;
23 Ὁ Ἰησοῦς τούς εἶπε: Ὁπωσδήποτε θά μοῦ πεῖτε τήν παροιμία αὐτή: Γιατρέ, θεράπευσε τόν ἑαυτό σου. Ὑπόσχεσαι νά μᾶς θεραπεύσεις ἀπό τίς ἀθλιότητές μας. Θεράπευσε τήν ἀσημότητά σου καί στήριξε τή θέση καί τό κύρος σου πρῶτα στήν πατρίδα σου. Κάνε κι ἐδῶ ὅσα θαύματα ἀκούσαμε ὅτι ἔκανες στήν Καπερναούμ.
24 Ἀλλά ὁ Ἰησοῦς τούς εἶπε: Ἀληθινά σᾶς λέω ὅτι κανέναν προφήτη δέν ὑποδέχονται μέ τήν πρέπουσα τιμή στήν πατρίδα του.
25 Σᾶς λέω ἐπίσης ἀληθινά ὅτι πολλές χῆρες ὑπῆρχαν τήν ἐποχή τοῦ Ἠλία στό ἰσραηλιτικό ἔθνος, ὅταν κλείστηκε ὁ οὐρανός καί δέν ἔβρεξε γιά τρία χρόνια καί ἕξι μῆνες, καί εἶχε πέσει τότε μεγάλη πείνα σ’ ὅλη τή γῆ τῆς Παλαιστίνης·
26 ὁ Θεός ὅμως σέ καμία ἀπ’ αὐτές τίς γυναῖκες τῶν Ἰουδαίων δέν ἔστειλε τόν Ἠλία παρά μόνο στά Σάρεπτα τῆς Σιδωνίας σέ μιά γυναίκα χήρα, ξένη καί ἄγνωστη σ’ αὐτόν. 
27 Καί πολλοί λεπροί ὑπῆρχαν στό ἰσραηλιτικό ἔθνος τήν ἐποχή τοῦ προφήτη Ἐλισαίου· κανείς ὅμως ἀπ’ αὐτούς δέν καθαρίστηκε ἀπό τή λέπρα του παρά μόνον ὁ Νεεμάν ὁ Σύρος, πού ἦλθε ἀπό χώρα μακρινή γιά νά βρεῖ τόν Ἐλισαῖο.
28 Κι ὅλοι μέσα στή συναγωγή κυριεύτηκαν ἀπό θυμό, ὅταν ἄκουσαν αὐτά πού τούς εἶπε ὁ Κύριος,
29 καί κυριευμένοι ἀπό τήν παραφορά τους σηκώθηκαν καί τόν ἔβγαλαν ἔξω ἀπό τήν πόλη καί τόν ἔφεραν μέχρι τήν ἄκρη κάποιου ὑψώματος τοῦ βουνοῦ πάνω στό ὁποῖο ἦταν χτισμένη ἡ πόλη τους, γιά νά τόν ρίξουν κάτω στό γκρεμό.
30 Αὐτός ὅμως μέ τρόπο θαυμαστό πέρασε ἀνάμεσά τους κι ἔφυγε.

(Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ - ΜΕ ΣΥΝΤΟΜΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ
 - ΕΚΔΟΣΙΣ «ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ “Ο ΣΩΤΗΡ”»)


Του Οσίου πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου.
Τω αυτώ μηνί (Ιουνίω) ΙΔ΄, 
μνήμη του Αγίου ενδόξου Προφήτου Ελισσαίου.


Ηλίαν ίπποι, τον δε διπλούν Ηλίαν,
Εις Ουρανούς ανήγον ως ίπποι νόες.
Πότμον Ελισσαίος δεκάτη λάχεν ηδέ τετάρτη.

              Ούτος ήτον υιός Σαφάτ από Αελμούθ, εκ της γης του Πατριάρχου Ρουβίμ. Ηκολούθησε δε εις τον Προφήτην τούτον ένα τεράστιον. Διατί, όταν αυτός εγεννήθη εις τα Γάλγαλα, η χρυσή δάμαλις η εκεί προσκυνουμένη, εβόησε με τόσον μεγάλην βοήν, ώστε οπού ηκούσθη εις την Ιερουσαλήμ. Ο δε Αρχιερεύς θεωρήσας εις τας δύω πέτρας τας εν τω στήθει αυτού κρεμασμένας, από τας οποίας, η μία ωνομάζετο, Δήλωσις, και η άλλη, Αλήθεια, ταύτας λέγω θεωρήσας, είπε τον λόγον τούτον. Σήμερον εγεννήθη Προφήτης εις την Ιερουσαλήμ, ο οποίος θέλει κρημνίσει τα γλυπτά, και θέλει συντρίψει τα χωνευτά είδωλα. Όταν δε ο Προφήτης ούτος Ελισσαίος έφθασεν εις ηλικίαν, και εχρίσθη Προφήτης υπό του Ηλιού, από τότε και ύστερον, πολλά θαυμάσια εποίησεν ο Θεός διά μέσου αυτού. Όταν δε απέθανεν, ενταφιάσθη εις την Σεβαστούπολιν την εν Σαμαρεία ευρισκομένην. 

           Ούτος ο Προφήτης επροφήτευσε περί της Χριστού παρουσίας, και τα νερά της Ιεριχώ, τα οποία έκαμναν ατέκνους, τόσον τους ανθρώπους, όσον και τα ζώα οπού τα έπιναν, ταύτα, λέγω, τα νερά ιάτρευσεν ούτος, ρίψας αλάτι εις αυτά και ειπών: «Τάδε λέγει Κύριος, ιατρεύω τα νερά ταύτα». Ούτος ανέστησε και δύω νεκρούς, ένα, ζωντανός ων, ήτοι τον υιόν της Σωμανίτιδος, και άλλον, μετά τον θάνατόν του. Ούτος, τον μεν Νεεμάν τον Σύρον, εκαθάρισεν από την λέπραν. Τον δε εδικόν του υπηρέτην Γιεζήν, λεπρόν εποίησε διά την φιλαργυρίαν και παρακοήν του. Ούτος και τα ρείθρα του ποταμού Ιορδάνου κτυπήσας με την μηλωτήν του Ηλιού, έσχισεν αυτά και διεπέρασε, και άλλα πολλά εποίησε θαύματα. Τελείται δε η αυτού Σύναξις εις τον αγιώτατον και προφητικόν του Ναόν.
            Σημειοί δε ο Δοσίθεος, σελ. 403 της Δωδεκαβίβλου, ότι εις τον έβδομον χρόνον Θεοδοσίου του μικρού, ήτοι εν έτει υιε΄ [415], εφέρθη εις Αλεξάνδρειαν το λείψανον του Προφήτου τούτου Ελισσαίου, και κατετέθη εν τη Μονή Παύλου του λεπρού. Και πρεπόντως. Λεπρόν γαρ ιάτρευσε τον Nεεμάν. Λεπρόν εποίησεν τον Γιεζήν. Και τελευταίον, εις την Μονήν του λεπρού κατετέθη. Φαίνεται δε, ότι από την Αλεξάνδρειαν μετεκομίσθησαν πάλιν τα λείψανά του, και κατετέθησαν εν τω κατά την Κωνσταντινούπολιν Nαώ των Αγίων Αποστόλων των μεγάλων. Η κατάθεσις δε αύτη εορτάζεται κατά την εικοστήν του Ιουνίου.


 Τὰ ὕδατα τοῦ Προφήτου Ἐλισσαίου

      Βορειοδυτικῶς τοῦ χωριοῦ Ρίχα, ἀναβλύζει διαυγεστάτη πηγὴ τὴν ὁποίαν ἡμεῖς καλοῦμεν ὕδατα τοῦ Ἐλισσαίου καὶ οἱ Ἄραβες Αἲν –ἐσσουλτᾶν. Εἶναι γνωστὴ ἡ ἱερὰ ἱστορία ὅτι ὁ προφήτης Ἐλισσαῖος περνῶν τὴν Ἱεριχώ ἐπληροφορήθη διὰ τὰ ἀκάθαρτα ὕδατα καὶ τήν ἄτεκνον γῆν. 
           Ἐπλησίασε τὰ ὕδατα, ἔριξε ἁλάτι καὶ εἶπε, «Τάδε λέγει Κύριος. Ἴαμαι τὰ ὕδατα ταῦτα, καὶ οὐκ ἔσται ἔτι ἐκεῖθεν θάνατος καὶ ἀτεκνουμένη. Καὶ ἰάθησαν τὰ ὕδατα ἕως τῆς ἡμέρας ταύτης κατὰ τὸ ρῆμα Ἐλισσαιέ, ὅ ἐλάλησε». Τὰ ὕδατα, τὰ ὁποῖα ἰάθησαν, εἶναι ἡ πηγὴ τοῦ Προφήτου Ἐλισσαίου. 
          Πλησίον τῆς πηγῆς ἦτο ἡ οἰκία τῆς πόρνης Ραάβ. Βορειοδυτικῶς ἀπαντᾶμε σήμερον κάποια ἐρείπια τὰ ὁποῖα οἱ Ἄραβες καλοῦν Χῆρπετ-ἐτταναχὴν (ἐρείπια τῶν μύλων). Καὶ φαίνεται πὼς ἄλλοτε ἐδῶ ἐγίγνετο ἐπεξεργασία ζαχαροκαλάμου διὰ τὴν κατασκευὴν ζαχάρεως.
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου