Χαραλάμπους
Νεοφύτου
Πρεσβυτέρου
ΠΕΡΙ
ΘΕΙΑΣ
ΜΕΤΑΛΗΨΕΩΣ
«Ὁ
τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό αἷμα ἐν ἐμοί μένει καγώ ἐν αὐτῷ» (Ἰωάν.
6. 56)
Περιεχόμενα
Γιά τόν ἀναγνώστη
Ἡ συμμετοχή
τῶν χριστιανῶν στή Θεία Λειτουργία καί στή Θεία Κοινωνία τοῦ Σώματος
καί Αἵματος τοῦ Κυρίου μέ ἀπασχολοῦσε, γιατί σαν ἐξομολόγος δέν εἴμουν
ἰκανοποιημένος μ’ αὐτά πού ὅλοι οἱ ἐξομολόγοι σήμερα ἐφαρμόζουμε
γιά τό Θέμα. Δέν εἶχα ὅμως καί κάτι συγκεκριμένο ἀπό τούς Πατέρες, παρά
μόνο τά γενικά πού κυκλοφοροῦν μεταξύ μας καί πού δέν εἶναι ἀρκετά γιά
νά τοποθετηθεῖ κάποιος στά σίγουρα,καί ὄχι μόνο εἶναι ἀνεπαρκεῖ,ἀλλά
καί δίνουν διαφορετική κατεύθυνση.
Ἔτσι ψάχνοντας καί μελετώντας τά πατερικά
κείμενα βρῆκα στόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, καί στή συνέχεια σέ ἄλλα
πατερικά κείμενα, αὐτό πού ζητοῦσα καί μετέφερα ὅλα τά σχετικά
στίς λίγες σελίδες πού ἀκολουθοῦν.
Ἡ Θεία Λειτουργία
λοιπόν δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά μόνο ἡ ἑτοιμασία πνευματικῆς
Τράπεζας στήν ὁποία θά πρέπει νά παρακαθίσουν ὅσοι παρίστανται γιά
νά θρέψουν καί νά ἀναζωογονήσουν τῆς ἀδύνατες καί πληγωμένες ψυχές
τους, Ἡ Θεία Μετάληψη εἶναι τό φάρμακο πού θά θεραπεύσει τά τραύματα τῆς ψυχῆς
γιά νά μπορέσει ὀ χριστιανός νά βαδίσει
τό δρόμο πού ὁδηγεῖ στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Μέ τή συμμετοχή
στή θεία κοινωνία ὁ χριστιανός ἑνώνεται μέ τόν Χριστό καί ἀφοῦ ὁ χριστιανός
ἑνωθεῖ μέ τό Χριστό τότε φεύγει ἀπό αὐτόν ὁ πνευματικός θάνατος. Δέ
γίνεται λοιπόν νά παρακολουθείς τή Θεία Λειτουργία καί νά μή συμμετάσχεις στήν
θεία Τράπεζα.
Μιά ἐρώτηση
ίσως πού θά προβληθεῖ : Μά εἶναι ἄξιος ὁ πάντα ἁμαρτωλός ἄνθρωπος νά
κοινωνᾶ σέ κάθε Θεία Λειτουργία; Ἐδῶ ἀκριβῶς εἶναι ἡ μεγάλη σύγχιση.
Δέν ἐμποδίζουν τή Θεία Κοινωνία ὅλα τά ἁμαρτήματα, καί ἐδῶ εἶναι ἡ
εὐθύνη τοῦ ἐξομολόγου. Αὐτά ξεκαθαρίζονται στή συνέχεια μέ πολύ ἁπλές
σκέψεις καί φράσεις γιά νά τά καταλάβουν ὅλοι.
Ἐλπἰζω τό
κείμενο αὐτό νά διαφωτίσει τόσο τούς ἐξομολόγους ὄσο καί τούς χριστανούς, γιά
νά μήν στεροῦνται ἄδικα τή μετάληψη τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἴματος τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.
1.Ἡ μέριμνα τοῦ Κυρίου γιά τήν ἐκκλησία
Ὁ
Πανάγαθος Θεός ὅταν ἠθέλησε νά δημιουργήσει τόν ἄνθρωπο, μερίμνησε
καί δημιούργησε ἕνα παράδεισο ἂπό πρίν, γιά νά τοῦ κάνει τή ζωή εὔκολη
καί εὐχάριστη.Ἔτσι ὄταν δημιουργήθηκε ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα βρῆκαν ὅ,τι χρειάζοντα
γιά νά εἶναι ἡ ζωή τους χαρούμενη και εὐτυχισμένη.
Κατά τόν ἴδιο τρόπο καί ὁ Σωτῆρας
καί λυτρωτής μας, Ἰησοῦς Χριστός, ὅταν ἔπρεπε νά συκροτήσει τήν ἐκκλησία, τό δικό του σῶμα,
γιά τό ὁποῖο ἔπαθε, ἀπέθανε καί ἀναστήθηκε, μερίμνησε, αὐτό τό σῶμα,
τήν ἐκκλησία νά την ἐφοδιάσει μέ ὅ,τι
πρᾶγμα θά χρειαζόταν γιά νά ζήσει καί νά ἐπιβιώσει καί νά κατορθώσει
τή σωτηρία, τήν ὀλοκλήρωσή της.
2.Τά
ἐφόδια τῆς ἐκκλησίας
Ποιά ἦταν λοιπόν, τά ἐφόδια πού ἑτοίμασε
ἀπό πρίν, ὤστε ὄταν θά συγκροτοῦσε τήν ἐκκλησία θά τήν καθάριζε, θά
τήν στήριζε καί θά γινόταν ἱκανή νά φτάσει στόν σκοπό της; Τό κυριώτερο
ἐφόδιο πού θά ἔτρεφε καί θά στήριζε καί θά καθάριζε τήν ἐκκλησία εἶναι
τό σῶμα Του καί τό αἷμα Του. Πόθεν φαίνεται αὐτό; Τά πιό κάτω μαρτυροῦν
τοῦ λόγου τό ἀληθές.
Ὄταν
ἀκόμα
ζοῦσε ὁ Κύριος ἔλεγε: «Ἐγώ εἶμαι ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς...ἐάν κανείς
φάγη ἀπ’ αὐτόν τόν ἄρτον, θά ζῆ αἰωνίως»( Ἰωάν. Στ΄ 48-51) Ὁ Ἴδιος
πάλιν λέγει: «Ἀληθινά, ἀληθινά σᾶς λέγω, ἐάν δέν φάγετε τή σάρκα τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί δέν πίετε τό αἷμα
του, δέν θά ἔχετε ζωή μέσα σας» Ἀκόμα αὐτός πού μεταλαμβάνει τοῦ σώματος καί τοῦ αἵματος
τοῦ Κυρίου, ἑνώνεται μαζί Του. «Ὁ τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό
αἷμα, ἐν ἐμοί μένει κἀγώ ἐν αὐτῷ» (Ἰωάν. Στ΄ 54). Καί λίγες μέρες
πρίν τή σταύρωσή Του, παρέδωσε καί
ἐθεσμοθέτησε τό αἰώνιο Δεῖπνο, ἔδειξε τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο θά γινόταν
στό μέλλο τό θεῖο Δεῖπνο γιά να τρέφονται οἱ πιστοί.( Ματθ. κστ΄ 26-28)
Παραθέτουμε
στή συνέχεια αὐτούσια την προσπάθεια τοῦ
Κυρίου νά πείσει τούς ἀκροατές Του νά τρώγουν τό Σῶμα καί νά πίνουν τό Αἷμα
Του γιά νά ζοῦνε αἰώνια.
«Εἶπον οὖν πρὸς αὐτόν· (οἱ Ἰουδαῖοι) Κύριε, πάντοτε
δὸς ἡμῖν τὸν ἄρτον τοῦτον. »
35 εἶπε δὲ αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς· ὁ
ἐρχόμενος πρός με οὐ μὴ πεινάσῃ, καὶ ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ οὐ μὴ διψήσει
πώποτε.
41 Ἐγόγγυζον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι
περὶ αὐτοῦ ὅτι εἶπεν, ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος ὁ καταβὰς ἐκ τοῦ οὐρανοῦ,
48 ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς.
50 οὗτός ἐστιν ὁ ἄρτος ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβαίνων, ἵνα τις
ἐξ αὐτοῦ φάγῃ καὶ μὴ ἀποθάνῃ.
51 ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος ὁ ζῶν
ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς· ἐάν τις φάγῃ ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσεται εἰς
τὸν αἰῶνα. καὶ ὁ ἄρτος δὲ ὃν ἐγὼ δώσω, ἡ σάρξ μού ἐστιν, ἣν ἐγὼ δώσω ὑπὲρ τῆς
τοῦ κόσμου ζωῆς.
52 Ἐμάχοντο οὖν πρὸς ἀλλήλους οἱ Ἰουδαῖοι λέγοντες· Πῶς δύναται οὗτος ἡμῖν δοῦναι τὴν σάρκα
φαγεῖν; 53 εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς·
Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ φάγητε τὴν σάρκα
τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καὶ πίητε αὐτοῦ τὸ αἷμα, οὐκ ἔχετε ζωὴν ἐν ἑαυτοῖς.
54 ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα
ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ ἐγὼ ἀναστήσω αὐτὸν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ.
55 ἡ γὰρ σάρξ μου ἀληθῶς ἐστι βρῶσις, καὶ τὸ
αἷμά μου ἀληθῶς ἐστι πόσις.
56 ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα
ἐν ἐμοὶ μένει, κἀγὼ ἐν αὐτῷ. 57 καθὼς ἀπέστειλέ με ὁ ζῶν πατὴρ
κἀγὼ ζῶ διὰ τὸν πατέρα, καὶ ὁ τρώγων με κἀκεῖνος ζήσεται δι' ἐμέ.
58 οὗτός ἐστιν ὁ ἄρτος ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς,
οὐ καθὼς ἔφαγον οἱ πατέρες ὑμῶν καὶ ἀπέθανον· ὁ τρώγων
μου τοῦτον τὸν ἄρτον ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα. (Ἰωάν. Στ΄κεφ.)
Ἀπό τά πιό πάνω φαίνεται καθαρά ὄτι η πρώτη μέριμνα τοῦ
χριστιανοῦ πρέπει εἶναι τό πῶς θά προετοιμάζεται καί νά συμμετέχει τακτικά στή Θεία Μετάληψη
τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Κυρίου.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, γράφει στούς χριστιανούς
τῆς Κορίνθου ὅτι παρέλαβε τό μυστήριο τῆς Θείας Μεταλήψεως ἀπό τόν Κύριο καί τό παρέδωκε
σ’ αὐτούς, καί πρέπει νά συμμετέχουν σωστά, γιατί ἔτσι διακυρήττουν
τό θάνατο τοῦ Κυρίου μέχρι πού θά ξαναέλθει στόν κόσμο. (α΄Κορινθ. Ια΄
23-26)
Ἔτσι
λοιπόν ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἱστορίας τῆς ἐκκλησίας, μαζεύονταν οἱ χριστιανοί,
ἡ ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, κάθε Κυριακή σέ κάποιο μέρος καί τελοῦσαν τή
θεία Εὐχαριστία καί μεταλάμβανα τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ,
σύμφωνα μέ τήν ἐντολή Του, πού προαναφέραμε. Ἔτσι φαίνεται ὅτι
ὁ κυριώτερος σκοπός πού ἡ ἐκκλησία συνάγεται μέσα στό ναό εἶναι ἡ
τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας καί ἡ μετάληψη τοῦ σώματος καί τοῦ αἵματος
τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἀθανασία καί ἡ θεοποίηση τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ πληροφορία
τοῦ Ἰουστίνου τοῦ φιλοσόφου καί μάρτυρος, στά μέσα τοῦ δεύτερου αἰώνα,
βεβαιώνει ὅτι ὅσοι μαζεύονταν στή τέλεση τῆς Θείας Εὐχαριστίας
κοινωνοῦσαν ὅλοι. Ἰδού τί γράφει στόν αὐτοκράτορα Ἀντωνῖνο τόν εὐσεβῆ(138-161
μΧ.)· «...προσφέρεται ἄρτος καί οἶνος καί μετά ὅλοι μεταλαμβάνουν
ἀπό τά καθηγιασθέντα καί εὐχαριστοῦν τό Θεό.» (1η Ἀπολογία).
Βλέπουμε
λοιπόν ὅτι ὁ κύριος σκοπός τῆς Θείας Λειτουργίας εἶναι ἡ συμμετοχή τοῦ
κάθε πιστοῦ στήν Τράπεζα τοῦ Κυρίου. Τά μνημόσυνα καί τίς γιορτές τά
εἰσάγαμε ἀργότερα, γιά ὠφέλεια πάλιν τῶν μελῶν τῆς ἐκκλησίας, θριαμβεύουσας
καί στρατευομένης.
Ἡ
Θεία Λειτουργία λοιπόν εἶναι ἡ τράπεζα πού ἑτοιμάζεται γιά νά θρέψει
τή ψυχή μέ τροφή ἀθανασίας καί αιώνιας
ζωῆς. Γιά τοῦτο καί
ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας λέγει γιά τήν Θεία Κοινωνία: «Ἀληθής
πόσις τό τίμιον αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὅλην ἐκ βάθρων ἀπορριζοῦν τή φθοράν,
καί ἀναμοχλεύον τόν ἐν τῆ ἀνθρωπίνη σάρκα κατοικήσαντα θάνατον».
(Βιβλίο δ΄. 1.536) Με ἁπλᾶ λόγια, ἡ θεία Κοινωνία εἶναι πραγματικά
σῶμα καί αἷμα Χριστοῦ, καί ὅταν εἰσέλθει στόν ἄνθρωπο ξεριζώνει ὁλοτελῶς
τήν φθορά καί τό θάνατο πού κατοικεῖ μέσα στόν σαρκικό ἄνθρωπο. Ἀνακαινίζει
τόν ἄνθρωπο ὅταν ἀγωνίζεται γιά γιά πετύχει τήν ἁγιότητα.
Δυστυχῶς
ὅμως οἱ χριστιανοί δέν ἀνταποκρίνονται, δέν συμμετέχουν στό μεγάλο
αὐτό Δεῖπνο τοῦ Κυρίου,μερικοί ἀπό ἀμέλεια καί ἄλλοι ἀπό ἄγνοια, καί ζημιώνονται
ἀφάνταστα, ἐπικαλούμενοι μιά ἐπιζήμιον εὐλάβεια, κατά τό ἅγιο
Κύριλλο Αλεξανδρείας, τήν ὁποίαν χαρακτηρίζει «παγίδα καί βρόχον ἔργον τοῦ πονηροῦ
διαβόλου» Συνεχίζοντας λέγει: « Ναί μέν μπορεῖ κάποιος νά
πεῖ», «εἶναι γραμμένον· ὥστε ὅς ἄν έσθίη τόν ἄρτον
τοῦτον ἤ πίνη τό ποτήριον τοῦτο ἀναξίως, ἔνοχος ἔσται τοῦ σώματος
καί τοῦ αἵματος τοῦ Κυρίου»(α΄Κορ.ια΄27).
Ἐγώ λοιπόν ἐξέτασα
καί βρῆκα τόν ἑαυτό μου ἀνάξιο, καί δέν κοινωνῶ.» Σ’ αὐτόν πού λέγει
αὐτά θά ἀκούσει. «Πότε θά γίνεις ἄξιος, πότε θά σταματήσεις
νά γλυστρᾶς στήν ἁμαρτία; Πότε θά παραστήσεις τόν ἑαυτό σου καθαρό ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ ὅταν συνεχῶς
φοβᾶσαι ὅτι θά πέσεις; Θά πρέπει νά γνωρίζεις ὅτι ποτέ δέ θά σταματήσεις
νά γλυστρᾶς καί νά πέφτεις σέ κάτι, ἑπομένως δέν ἔχεις δίκαιο.»
Αὐτή λοιπόν εἶναι ἐπιζήμιος εὐλάβεια. Στή συνέχεια
θά διευκρινησθεῖ ποιά θά πρέπει νά
εἶναι ἡ τοποθέτηση μας ἀπέναντι στη Θεία Μετάληψη
Ἐνῶ
κληρικοί και λαϊκοί θεολόγοι, καί ἐξομολόγοι προτρέπουν κάθε χριστιανό
νά ἐκκλησιάζεται τακτικά, νά ἐξομολογεῖται
καί νά κοινωνᾶ, ἐλάχιστους χριστιανούς βλέπουμε νά προσέρχονται στή
Θεία Μετάληψη, ἀλλά ὅλους τούς βλέπουμε νά παρακολουθοῦν τή Θεία Λειτουργία,
πρᾶγμα πού κατά τόν ἱερό Χρυσόστομο
εἶναι ἄτοπο και ζημιογόνο, ἐάν παρακολουθοῦν τή Θεία Λειτουργία
καί δέ συμμετέχουν στήν Τράπεζα τοῦ Κυρίου, χωρίς νά διαφωτίζει κανείς
αὐτούς τούς χριστιανούς, ἀλλ’ οὔτε καί
νά τούς καθοδηγήσει πῶς πρέπει νά ἐνεργοῦν γιά νά εἶναι σίγουρα στό δρόμο
τῆς σωτηρίας.
Ἐπικρατεῖ μιά ἄγνοια καί ἀκαταστασία
μεταξύ των χριστιανῶν καί θά ἔπρεπε ἡ διοικοῦσα ἐκκλησία νά ἐνδιαφερθεῖ
καί νά διαφωτίσει τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας.
Ἔχουμε
λοιπόν ἐνώπιόν μας μιά μεγάλη ἄγνοια τῶν χριστιανῶν ὡς πρός τό τί πραγματικά
εἶναι ἡ Θεία Κοινωνία, ἀλλά, καί τό πῶς, πότε καί πόσες φορές θά πρέπει
να προσέρχονται στή Θεία μετάληψη.
Εἶναι μερικοί πού νομίζουν ὄτι τίς
μέρες τῆς Λαμπρῆς, τῶν Χριστουγέννων ἤ τῶν Θεοφανείων μποροῦν ἐλεύθερα
καί χωρίς καλή προετοιμασία νά κοινωνοῦν. Εἶναι καί ἄλλοι πάλιν πού
ἐξομολογοῦνται, ἀλλά τις μεγάλες γιορτές μόνο προσέρχονται στή Θεία
Μετάληψη. Καί οἱ μέν καί οἱ δέ χρειάζονται
διαφώτιση καί καταρτισμό. Ἐπειδή τό θέμα αὐτό εἶναι τό μεγαλύτερο
καί σπουδαιότερο στήν ἐκκλησιαστική καί λατρευτική μας ζωή, ἀπορῶ
καί διερωτοῦμαι γιατί νά μήν λαμβάνεται
σοβαρά ὑπόψιν ἀπό τούς προεστῶτες τῆς ἐκκλησίας.
καί ἄλλοι Πατέρες τῆς ἐκκλησίας
Στή
συνέχεια ἐπικαλούμεθα τόν ἅγιο Ἰωάννην τό Χρυσόστομο γιά τό θέμα
αὐτό:
Γιά
τούς προσερχόμενους στή Θεία Μετάληψη μερικές φορές τό χρόνο, κατόπιν
ἐξομολογήσεως ἤ καί ὅπως τύχει,
ὁ ἅγιος Χρυσόστομος λέγει: «Πολλούς βλέπω νά μεταλαμβάνουν από τό σῶμα
τοῦ Χριστοῦ ἁπλῶς καί ὡς ἔτυχε, καί μᾶλλον ἀπό συνήθειαν καί ὑποχρέωσιν,
παρά ἀπό στοχασμόν καί γνῶσιν. Ὅταν ἔλθῃ, λέγει, ὁ καιρός τῆς ἁγίας
τεσσαρακοστῆς, ἤ ἡμέρα τῶν Θεοφανείων, ὅπως κι ἄν εἶναι κανείς, μετέχει τῶν μυστηρίων.
Κι ὅμως καιρός γιά νά προσέλθης δέν εἶναι
τά Θεοφάνεια, οὔτε ἡ τεσσαρακοστή, ἀλλ’ ἡ εἰλικρίνεια καί ἡ καθαρότης
τῆς ψυχῆς. ὅταν ἔχεις αὐτήν, πάντοτε νά προσέρχεσαι, χωρίς αὐτήν ποτέ.
«Διότι κάθε φοράν πού τρώγετε τόν ἄρτον τοῦτον καί πίνετε ἀπό τό ποτήριο
τοῦτο, διακηρύσσετε τόν θάνατον τοῦ Κυρίου ἕως ὅτου ἔλθει». Δηλαδή
κάμνετε ὑπόμνησιν τῆς σωτηρίας πού ἐδόθη εἰς ἐσᾶς, τῆς ἰδικῆς μου εὐεργεσίας.
Σκέψου, ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι μετεῖχον εἰς τήν θυσίαν εἰς τήν παλαιάν ἐκκλησίαν,
μέ πόση φειδώ προσήρχοντο∙ τί δέ ἔκαμνον; Τί παρέλειπον; Πάντοτε ἐκαθαρίζοντο.
Ἐνῶ ἐσύ προσερχόμενος εἰς θυσίαν, τήν ὁποίαν καί οἱ ἄγγελοι φρίττουν,
θεωρεῖς ὄτι τό πρᾶγμα ἐξαρτᾶται ἀπό τάς χρονικάς περιόδους;
Καί
ὁ Σέρβος ἐπίσκοπος Ἀθανάσιος Γιέβτιτς,
γράφει: Γι’ αὐτούς πού παρευρίσκονται στή Θεία Λειτουργία καί δέ μεταλαμβάνουν.
« Ἄς μή νομίσουμε ὅτι ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι, ὅπως συνήθως γίνεται,
κάτι σάν ἅγιο καί ἱερό, πού παίρνουμε μέσα μας καί τό κάνουμε ἰδιότητά
μας· εἶναι ἡ φανέρωσις τοῦ ὅλου μυστηρίου μέ τό Θεό, πού προϋποθέτει
καί ἐλευθερία καί ἀγώνα. Δηλαδή, δυναμική καί ζωντανή στάση τοῦ
ἀνθρώπου ἐδῶ στή γῆ ὠς υἰοῦ τοῦ Θεοῦ, ὡς ἀνταξίου τῆς ἰδιαιτέρας
κτίσεώς του ἀπό τό Θεό κατ’εἰκόνα Του.Ἔχει κληθεῖ ὁ ἄνθρωπος στό ἐσχατολογικό
πλήρωμα τῆς ἑνώσεώς του μέ τό Θεό, ἑνώσεως ἐν κοινωνία προσώπων
καί ὄχι μία ἀπρόσωπη μακαριότητα.»
«ΦΩΣ ΙΛΑΡΟΝ,.σελ. 39»
Πάλιν ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέγει∙ «Ὤ
τί συνήθεια, ὤ τί πρόληψις! Εἰς μάτην γίνεται θυσία καθημερινῶς,
εἰς μάτην παριστάμεθα εἰς τό θυσιαστήριον, διότι κανείς δέν μετέχει.»Καί
συνεχίζει ὁ ἅγιος πατέρας: «Λέγω
αὐτά, ὄχι νά μετέχετε ὄπως τύχη, ἀλλά διά νά προετοιμάζετε τούς ἑαυτούς
σας, ὥστε νά γίνεσθε ἄξιοι. Δέν εἶσαι
ἄξιος τῆς θυσίας, οὔτε τῆς μεταλήψεως; Λοιπόν δέν εἶσαι ἄξιος οὔτε
εἰς τάς εὐχάς τῆς μεταλήψεως νά παρίστασαι. Ἀκοῦς τόν ἱερέα νά ἵσταται
καί νά λέγει, ὅσοι εὐρίσκεσθε εἰς μετάνοιαν, προσευχηθῆτε ὅλοι. Ὅσοι
δέν μετέχουν, (στή Θεία Κοινωνία) εὑρίσκονται εἰς μετάνοιαν.Ἐάν ἀνήκεις
εἰς τούς μετανοοῦντας, δέν πρέπει νά μετάσχης στή θεία μετάληψιν· διότι
ὄποιος δέν μετέχει, ἀνήκει εἰς τούς μετανοοῦντας.Διατί, ἐνῶ λέγει
νά ἀπέλθετε ὅσοι δέν ἠμπορεῖτε νά προσφέρετε δέησιν, σύ ἵστασαι
μέ θρασύτητα; Δέν εἶσαι ὅμως ἀπό τούς μετανοοῡντας, ἀλλά δύνασαι
νά μετάσχης, καί δέν φροντίζεις καθόλου, θεωρεῖς τό πρᾶγμα ὡς ἀσήμαντο;
Πρόσεχε σέ παρακαλῶ∙ ἑτοιμάζεται τράπεζα βασιλική, ὑπηρετοῦν
εἰς τήν τράπεζαν ἄγγελοι, παρευρίσκεται αὐτός ὁ ἴδιος ὁ βασιλεύς,
καί σύ ἵστασαι καί χασμουριέσαι... ἔρχεται (ὁ Κύριος) κάθε φορά διά
νά ἴδη ὅσους μετέχουν, συνομιλεῖ μέ ὅλους∙ καί τώρα εἰς τήν συνείδησιν
θά εἴπη, φίλοι, πῶς εὑρέθητε ἐδῶ, ἀφοῦ δέν ἔχετε ἔνδυμα γάμου; Δέν
εἶπε, διατί ἐκάθησες εἰς τήν τράπεζαν; ἀλλά πρίν καθίση, λέγει εἰς
αὐτόν ὅτι εἶναι ἀνάξιος καί νά εἰσέλθῃ ἀκόμη. Διότι δέν εἶπε, διατί
ἐκάθησες, ἀλλά, διατί εἰσῆλθες; (Δές τήν παραβολή τῶν βασιλικῶν
γάμων).(Ματθ. Κβ΄2-14)
Στή συνέχεια ἀπευθυνόμενος σέ
ἐκείνους πού παρακολουθοῦν τή Θεία
Λειτουργία καί δέν μεταλαμβάνουν, λέγει: «Αὐτά καί τώρα λέγει πρός ὅλους ἐμᾶς, οἰ ὁποῖοι μέ ἀναισχυντίαν
καί μέ θράσος ἱστάμεθα ἐδῶ. Διότι ὅποιος δέν μετέχει εἰς τά μυστήρια, εἶναι ἀναίσχυντος καί θρασύς
ὅταν ἵσταται εἰς τό ναόν. Διά τοῦτο ἐκβάλλονται ἀπό τό ναόν ὅσοι εὑρίσκονται
εἰς κατάστασιν ἁμαρτωλότητος... Εἰπέ μου, ἐάν κάποιος προσκεκλημένος
εἰ τήν τράπεζαν, ἀφοῦ νίψη τάς χεῖρας καί καθίσῃ καί ἑτοιμασθῇ διά τό
φαγητό, ὕστερον ὅμως δέν μετέχει, δέν προσβάλλει ἐκεῖνον ὀ ὀποῖος τόν
ἐκάλεσε; Δέν ἦτο καλύτερον αὐτός νά μή ἔλθῃ; Ἔτσι λοιπόν καί σύ ἦλθες,
ἔψαλλες τόν ὔμνο μαζί μέ ὅλους, ὡμολόγησες
ὅτι εἶσαι ἄξιος καθ’ ὅσον δέν ἔφυγες μαζί μέ τούς ἀναξίους∙ πῶς ἔμεινες
καί δέν μετέχεις εἰς τήν τράπεζαν;...»
Συνεχίζοντας προτρέπει ὅσους δέν
θά μεταλάβουν νά μήν μείνουν στήν τέλεση
τοῦ μυστηρίου∙ «ὄταν ὄμως παρευρίσκεσαι
(στό ναό) κατά τήν ὥρα τοῦ μυστηρίου,
φύγε ἔξω∙ διότι δέν ἐπιτρέπεται εἰς σέ νά παραμένης περισσότερον
ἀπ’ ὅσον ἕνας κατηχούμενος.»Συνεχίζει μέ συμβουλές καί προτροπές
καί λέγει:«...Διά νά μήν κάνω λοιπόν μεγαλυτέραν τήν ἁμαρτίαν σας,
σᾶς παρακαλῶ, ὄχι νά μήν ἔρχεσθε, ἀλλά νά καταστήσετε τούς ἑαυτούς
σας ἀξίους καί τῆς παρουσίας σας εἰς τό ναόν καί τῆς συμμετοχῆς σας
εἰς τήν θεία μετάληψη». (Ἀπό τόν τρῖτο
λόγο τοῦ Ιωάννου του Χρυσοστόμου στήν προς Ἐφεσίους ἐπιστολήν)
Πιό εἶναι λοιπόν τό συμπέρασμα
τῶν ὅσων ἀναφέρει ὁ ἅγιός μας; Σίγουρα τό συμπέρασμα εἶναι ὅτι δέν γίνεται
νά παρακολουθεῖ κάποιος τή Θεία Λειτουργία χωρίς νά εἶναι ἄξιος νά κοινωνήσει.
Ἐδῶ ὄμως προκύπτει ἀμέσως
τό ἐρώτημα∙ Τί πρέπει νά γίνει; Νά μήν ἐκκλησιαζόμαστε ἀφοῦ δέ θά μεταλάβουμε;
Στό ἐρώτημα αὐτό ἡ ἀπἀντηση εἶναι: Νά φροντίζουμε νά καθαριζόμαστε καί νά ἐκκλησιαζόμαστε
καί νά μετέχουμε τῆς τράπεζας τοῦ Κυρίου ἀξίως, ὅπως γινότανε στήν ἀρχαία ἐκκλησία∙ ἄν θέλουμε νά εἴμαστε
ζωντανά μέλη τοῦ Χριστοῦ.
Ἀπό τήν πολύχρονη ἐξομολογητική
πεῖρα, διαπίστωσα ὅτι ἡ κατάσταση μπορεῖ νά διορθωθεῖ ἄν ὄλοι οἱ ἐξομολόγοι ἀναλάβουν μιά συνεχεῖ
προσπάθεια νά διαφωτίσουν τούς χριστιανούς ποιά εἶναι ἐκεῖνα τά ἁμαρτήματα
πού ἐμποδίζουν τή θεία Μετάληψη καί ποιά εἶναι ἐκεῖνα πού δέν ἐμποδίζουν
τή θεία Μετάληψη.
Ἁμαρτήματα θανάσιμα πού
ἐμποδίζουν τήν θεία Μετάληψη εἶναι: Φιλαυτία, ὑπερηφάνεια,
φιλαργυρία, πορνεία, φθόνος, γαστριμαργία, θυμός, μνησικακία, ἀμέλεια,
κλπ. Τά μεγάλα
αὐτά ἁμαρτήματα οἱ περισσότεροι
χριστιανοί τά ἐξομολογήθηκαν καί καθαρίστηκαν καί δέν τά ἐπαναλαμβάνουν.
Μένουν
λοιπόν τά ἁμαρτήματα τῶν διαπροσωπικῶν σχέσεων, τά ὁποῖα εἶναι
μέν ἁμαρτήματα, πληγές, ἀλλά δέν προκαλοῦν θάνατο ἐπειδή εὔκολα
θραπεύονται μέ τήν ἐξομολόγηση. Εἶναι οἱ ἀδυναμίες τῆς τρεπτῆς
μας φύσεως, οἱ ὁποῖες δύσκολα ἀποφεύγονται καί αὐτό τό γνωρίζει ὀ
Κύριος. Ὅσο καί ἄν προσέξουμε ἡ ἀδύναμη καί τρεπτή μας φύση θά μᾶς παρασύρει
καί κάπου θά γλυστρήσουμε.
Αὐτό
τό ἐπισημαίνει καί ἡ Γραφή∙ ὀ Ἰώβ ἔλεγε: «κανένας (ἄνθρωπος) δέν εἶναι
καθαρός ἀπό τήν ἁμαρτία» (Ἰώβ 3.2). Ὁ σοφός Σολομών: «Δέν ὑπάρχει
ἄνθρωπος πού νά μήν ἁμαρτήσει» (Γ΄ Βασιλ. 8.16) κλπ.
Θά μεταφέρω
ἐδῶ ἕνα κείμενο, ἀπό τήν ἑρμηνεία τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου,
στήν πρώτην ἐπιστολή τοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, στό στίχο 7, 8, τοῦ
πρώτου κεφαλαίου, γιά περισσότερη κατανόηση.
Λέγει λοιπόν ὁ ἅγιος Νικόδημος:«Ἄλλ' ἐδῶ ἤθελεν
ἀπορήση τίνας. Πῶς ὁ Εὐαγγελιστής
οὗτος 'Ἰωάννης λέγει ὅτι τούς περιπατοῦντας ἐν τῷ φωτί χριστιανούς,
τό αἷμα
τοῦ Ἰησοῦ καθαρίζει ἀπό κάθε ἁμαρτίαν; Ὁ γάρ ἐν τῷ φωτί περιπατῶν
δέν ἁμαρτάνει. 'Ἐάν γάρ ἁμαρτάνη, δέν περιπατεῖ πλέον εἰς τό φῶς; ἀλλά
εἰς τό σκότος, καθώς εἶπεν ἀνωτέρω. Ἡ λύσις τῆς ἀπορίας εἶναι, κατά
τόν ἱερόν Μητροφάνη, ὅτι εἶπε τοῦτο ὁ θεολόγος, ἀποβλέποντας εἰς
τήν ἀσθένειαν τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καί γνώμης, ἀπό τήν ὁποίαν ἤμεῖς
νικώμενοι, θέλοντες καί μή θέλοντες ἁμαρτάνομεν. 'Ἐπειδή μέ τό νά
ἔχωμεν τρεπτήν φύσιν, ἀκολούθως τή τρεπτότητι ταύτη, μεταβαλλόμεθα
ἀπό τά καλά εἰς τά κακά, καν ἀπό κακά
πάλιν ἐπιστρέφωμεν εἰς τά καλά. Διατί δέν εἰμεθα δυνατοί νά μένωμέν
πάντοτε εἰς τήν αὐτήν κατάστασιν, ἀλλά, ἡ πρός ἄτοπον πράξιν πίπτομεν
ἡ πρός ἀπαίσιον λόγον. Εἰ δέ καί ἀπό τά δύο ταῦτα φυλαχθῶμεν, ὅμως ἀπό
τάς προσβολᾶς καί συνδυασμούς τῶν πονηρῶν καί αἰσχρῶν λογισμῶν, δέν ἠμποροῦμεν τελείως νά μείνωμεν ἐλεύθεροι,
Καί διά ταῦτα πάντα ἀναμαρτησίαν νά κατορθώσωμεν εἰς τήν ζωήν μας
δέν δυνάμεθα, μέ τό νά πολεμούμεθα πάντοτε ἀπό τά πάθη καί ἀπό τόν
ἔχθρόν μας διάβολον. Καί ὁποῖος εἰπῆ πώς εἶναι ἀναμάρτητος, αὖτος
ψεύδεται καί ἀπατᾶ τόν ἑαυτόν του, διατί ὁ τοιοῦτος εἶναι πιασμένος
ἀπό τήν ὑπερηφάνειαν καί μάτην καυχᾶται μεγαλορρημονῶν, ἐπειδή ὁ
Κύριος εἶπεν, ὅτι ὅταν κάμωμεν ὄλας τάς ἔντολας, νά λέγωμεν ὅτι
«δοῦλοι ἀχρεῖοι ἐσμέν ὅτι ὁ ὠφείλομεν ποιῆσαι πεποιήκαμεν» (Λούκ.
17,10).
"Ὀσω
γάρ γίνεταί τινας φωτεινότερος μέ τά τοῦ φωτός ἔργα του, καί ὅσον πλησιάζει
πρός τό ἀληθινόν καί πρῶτον φῶς τόν Θεόν, τόσον περισσότερον αἰσθάνεται
καί γνωρίζει τάς ἁμαρτίας τοῦ τάς ὁποίας δέν ἔβλεπε πρότερον.
Ἐπειδή λοιπόν
κανένας, ὅσον καί ἄν εἶναι ἅγιος καί ὅσον καί ἄν περιπατῆ εἰς τό φῶς
τῶν ἐντολῶν καί τῆς αρετῆς, δέν εἶναι τρόπος νά φυλαχθῆ ἀναμάρτητος
ἐν τῆ παρούση ζωῆ, ἀλλά πίπτει εἰς κάποια τινά συγγνωστά ἁμαρτήματα
καθ' ὁ ἄνθρωπος. Διά τοῦτο λέγει ἐδῶ ὁ θεολόγος, ὅτι τό αἷμα τοῦ Υἱοῦ
τοῦ Θεοῦ ὁπού ἐχύθη διά τήν σωτηρίαν τῶν ἀνθρώπων, αὐτό καθαρίζει ἡμᾶς ἀπό κάθε ἁμαρτίαν, ὅταν καί ἡμεῖς ἐξομολογηθῶμεν
αὐτήν καί μετανοήσωμεν. Ἀλλά καί ὅταν μεταλαμβάνωμεν
τό πανάγιον
αἷμα τοῦ Χριστοῦ
μετά φόβου καί συντετριμμένης
καρδίας, πιστεύομεν
ὅτι αὖτό μας γίνεται εἰς ἄφεσιν τῶν τοιούτων
συγγνωστῶν ἁμαρτημάτων, ὁπού ἐπράξαμεν ἑκουσίως ἡ ἀκουσίως, ἐν γνώσει ἡ ἐν αγνοία
κατά τινά περίστασιν καί ἀνθρώπινην ἀσθένειαν".
Ὑπάρχουν σίγουρα καί ἁμαρτήματα πού δέν ἐμποδίζουν τή Θεία Κοινωνία, εἶναι τά λεγόμενα
συγνωστά ἁμαρτήματα, τά ὁποῖα εὔκολα ἀπαλείφονται· αὐτό βεβαιώνει
καί ὀ Ἰωάννης στήν ἐπιστολή του.(Α΄. Ἰωάν. 4, 16) τά ὁποῖα περιγράφονται
πιό κάτω.
Ὁ ἅγιος Ἀναστάσιος ὅ Ἀντιοχείας λέγει σχετικά: «εἴσι γάρ τινές διά
χρόνου μεταλαμβάνοντες, ἔκδίδουσιν ἑαυτούς τή ἁμαρτία ... Ἄλλοι δέ πάλιν συχνοτέρως μεταλαμβάνοντες, παραφυλάττουσιν ἑαυτούς πολλάκις ἀπό πολλῶν κακῶν, φοβούμενοι τό κρίμα τῆς μεταλήψεως. Οκοϋν, εἰ μέν μικρά τινά
καί ἀνθρώπινά καί συγχώρητα
πταίομεν, οἶον διά
γλώσσης, δί' ἄκοῆς δί' ὄφθαλμῶν κλεπτόμενοι, κενοδοξίας, λύπης, θυμοϋ, ἤ τινός τῶν τοιούτων, καταμεμφόμενοι
ἑαυτούς καί ἐξομολογούμενοι τῷ Θεῶ, οὕτω τῶν ἁγίων μυστηρίων μετέχομεν,
πιστεύοντες ὅτι εἰς κάθαρσιν τῶν τοιούτων, ἤ μετάληψις τῶν θείων μυστηρίων
γίνεται». Δηλαδή, Διότι εἶναι
μερικοί μετά ἀπό πολύ καιρό μεταλαμβάνουν καί ἐκθέτουν τούς ἑαυτούς
τους στήν ἁμαρτία... Ἄλλοι πάλιν μεταλαμβάνουν συχνώτερα καί σέ πολλές
περιπτώσεις σώζουν τόν ἑαυτό τους ἀπό πολλά κακά ἐπειδή μεταλαμβάνουν
φοβοῦνται μήν ἁμαρτήσουν καί κατακριθοῦν.
Λοιπόν, ἄν σφάλλουμε γιά κάποια μικρά καί ἀνθρώπινα πού εὔκολα συγχωροῦνται,
ὅπως μέ τή γλῶσσα, τήν ἀκοή, καί μέ τά μάτια πού κλέπτουν καί μᾶς ὁδηγοῦν
στήν κενοδοξία, τή λύπη,τό θυμό, ἤ καί κάποια ἀπ’ ὅλα αὐτά ὅταν αὐτοκατηγορούμεθα
καί ἐξομολογούμαστε στό Θεό καί συμμετέχουμε τῶν ἁγίων μυστηρίων
ἐπειδή πιστεύουμε στήν κάθαρσιν ὅλων αὐτῶν πού γίνεται ἡ μετάληψη
τῶν θείων μυστηρίων.
Ἀρκετοί ἀπό τούς χριστιανούς πού ἔρχονται στήν ἐξομολόγηση
γιά πολλά χρόνια, λένε∙ «δέν ἔχω κάτι πού μέ βαρύνει, ἔχω τά καθημερινά». Δηλαδή τίς
καθημερινές σχέσεις μέ τήν οἰκογένειά του καί μέ τίς σχέσεις του μέ
τούς συναδέλφους του στήν ἐργασία καί
μέ τήν κοινωνία γενικά. Ὅπως ἕνας λόγος παραπάνω, ἕνας θυμός, ἕνας
ἁμαρτωλός λογισμός πού πέρασε, μιά συζήτηση, ἤ ἕνα κουτσομπολιό τῆς
ὥρας. Δέν πρέπει νά ξεχνοῦμε ὄτι γνωρίζει ὀ Θεός τήν ἀδυναμία μας
καί τήν εὔκολη μεταβολή μας καί εὔκολα μᾶς καθαρίζει ὅταν τά ἐξομολογηθοῦμε
αὐτά. Αὐτό βγαίνει μέσα ἀπό ὅσα λέχθηκαν πιό πάνω.
Θά ἐπικαλεσθῶ καί τό σοφό Νικόλαο Καβάσιλα,
ὁ ὁποῖος στήν ἑρμηνεία του στή Θεία Λειτουργία, εἶναι σὐμφωνος μέ
τά πιό πάνω, ὅταν γράφει: «...διότι
τα ἄγια δέν ἐπιτρέπονται σέ ὅλους, ἀλλά μόνον στούς ἁγίους. Ἁγίους δέ
ἐδῶ ἐννοεῖ ἐκείνους πού εἶναι τέλειοι στήν ἀρετή, ἀλλά καί ἐκείνους
πού βιάζονται νά φθάσουν καί ἀγωνίζονται, ἀλλά δέν ἔφθασαν ἀκόμη.
Διότι καί αὐτοί πού ἀγωνίζονται γιά τήν τελειότητα δέν ἐμποδίζονται
νά μετέχουν τῶν μυστηρίων καί νά ἁγιάζονται καί νά εἶναι ἀπ’ αὐτή τήν
ἄποψη ἅγιοι ὅπως καί ἡ ἐκκλησία λέγεται ἁγία» (Ἀφοῦ δέν ἀπεκόπησαν
ἀπό τό σῶμα τῆς ἐκκλησίας μέ θανάσιμο
ἁμάρτημα. Τά μικρά καί μή προς θάνατο ἁμαρτήματα δέν ἀποκόπτουν τούς
χριστιανούς ἀπό τήν ἐκκλησία, ἀλλά
μένουν ἑνωμένοι μέ αὐτήν καί θεωροῦνται μικροτραυματίες ἀγωνιζόμενοι
νά θεραπευθοῦν μέ τά φάρμακα πού παρέχει
ἡ ἐκκλησία, διά τῶν μυστηρίων της.)
Αὐτό βεβαιώνει ὁ Ν. Καβάσιλας, ἑρμηνευτής τῆς
Θείας Λειτουργίας. Ἐρωτᾶ «Τί λοιπόν; Κάθε ἁμαρτία νεκρώνει τόν ἄνθρωπο;»
Ἀπαντά:«Καθόλου, ἀλλά μόνον ἡ θανάσιμη
ἁμαρτία. Γι’ αὐτό καί λέγεται πρός θάνατο» (Α΄Ιωάν. Ε΄ 16-17).
Γι’ αὐτό οἱ βαφτισμένοι ἐάν δέν πέφτουν σέ θανάσιμα ἁμαρτήματα ὥστε
νά τούς χωρίσουν ἀπό τό Χριστό καί νά ἐπιφέρουν θάνατο, δέν ὑπάρχει
ἐμπόδιο γι’ αὐτούς νά κοινωνοῦν καί νά μετέχουν τοῦ ἁγιασμοῦ καί ἕνεκα
παραγματικότητος καί ἕνεκα ὀνόματος, διότι ἐξακολουθοῦν νά εἶναι
ζωντανά μέλη ἑνωμένα μέ τήν κεφαλή.(Ν. Καβασιλα, Ἑρμηνεια της Θείας Λειτουργίας,
Μετάφραση Α.Γ. Γαλίτη. Ἔκδοση ορθόδοξος Κυψέλη.
Νομίζω ὅτι ἔχει ξεκαθαρίσει τό θέμα καί φαίνεται
ὅτι ἐκεῖνο λοιπόν πού λείπει εἶναι ἡ προσπάθεια διαφώτισης τῶν χριστιανῶν
γιά να βοηθηθοῦν νά καταλάβουν τήν πραγματηκότητα καί νά μήν ἔχουν
ἀόριστες ἐνοχές καί νά στεροῦνται τοῦ ἄρτου τῆς ζωῆς καί ὄχι μόνο, ἀλλά
καί νά ἁμαρτάνουν κατά τόν ἱερό Χρυσόστομο.
Θά
πρέπει νά διευκρινήσουμε ὅτι οἱ χριστιανοί
χωρίζονται σέ δύο ὁμάδες. Οἱ πρῶτοι εἶναι οἱ βαπτισμένοι χριστιανοί
πού ἀπομακρύνθησαν ἀπό τήν ἐκκλησία
καί πίννουν τήν ἁμαρτία σάν τό νερό. Διαπράττουν θανάσιμα ἁμαρτήματα,
καί κάποτε μπορεῖ νά τούς δεῖς καί στήν ἐκκλησία, Παρ’ ὅλο τοῦτο αὐτοί
ἀποκόπησαν ἀπό τό σῶμα τῆς ἐκκλησίας καί πορεύονται κατά τίς δικές
τους ἐπιθυμίες.Γιἀ νά ἐπανασυνδεθοῦν
μέ τήν ἐκκλησία θά πρέπει νά ἀπαρνηθοῦν τόν ἁμαρτωλό ἑαυτό τους καί
μέ τή πραγματική μετάνοιά τους καί τήν ἐξομολόγηση νά ἐπανέλθουν στή
κατά Χριστόν ζωή.
Οἱ
δεύτεροι εἶναι οἱ Χριστιανοί πού μέ τήν μετάνοια καί ἐξομολόγησή τους,
ἀγωνίζονται νά ζήσουν τήν κατά Θεό
ζωή. Αὐτοί ὅμως δέν μπόρεσαν ἀκόμα νά καθαρισθοῦν τελείως καί πέφτουν
σέ μικρά ἁμαρτήματα, ἀγωνίζονται ὅμως. Αὐτοί δέν ἀποκόπτονται ἀπό
τήν ἐκκλησία, ἀλλά εἶναι μέλη τραυματισμένα τῆς ἐκκλησίας καί δέν
τούς ἐμποδίζουν αὐτά τά μικρά τραύματα νά προσέρχονται στή Θεία Κοινωνία.
Ἔρχονται γιά νά θεραπεύσουν τίς πληγές τους ἀπό τήν ἁμαρτία. Τό αἷμα
τοῦ Χριστοῦ θά τούς θεραπεύσει τίς μικροπληγές πού ἔχουν. Γιατί ποιός θά σηκώσει τόν πεσμένον,
ποιός θά θεραπεύσει τόν πληγωμένον, ποιός θά στηρίξει τόν ἀδύνατο;
Παρά μόνον Αὐτός πού καί τή ζωή Του ἀκόμα ἔδωσε γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου!
Ἄς ἀρχίσει λοιπόν μιά πραγματική
καί συνεχής προσπάθεια ἀπό τούς ἐξομολόγους, νά διαφωτίσουν πλήρως
τούς χριστιανούς, νά ὁδηγηθοῦν στή συχνή θεία Μετάληψη. Γιατί ὅταν
κάποιος θά κοινωνᾶ συχνά, θά προσέχει περισσότερο τή διαγωγή του
καί σίγουρα θά προοδεύει πνευματικά ἔστω κι’ ἄν κάποτε πέφτει σέ κάποιο
συγνωστό ἁμάρτημα, τό αἷμα τοῦ Κυρίου θά τόν καθαρίζει πάντοτε, ὅπως
σημειώνει πιό πάνω ὃ εὐαγγελιστής Ἰωάννης καί ὁ Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης.
Εἶμαι βέβαιος ὁτι τό θέμα τῆς προετοιμασίας δέν εἶναι τόσο πολύ δύσκολο
όσο τό παρουσιάζουμε∙ ἄν τό ἀποφασίσει ὁ χριστιανός, ὁ χριστιανός
πού ἀγαπᾶ τόν Χριστό καί θέλει νά εἰσέλθει
στή βασιλεία Του. Δύσκολο τό κάνει τό δικό μας θέλημα καί οἱ μικρές
μας ἀδυναμίες πού τίς ἐκμεταλεύεται ὁ σατανᾶς καί μᾶς παρασύρει
στό θέλημά του. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀγαπᾶ τό Θεό καί ποθεῖ τόν Παράδεισο,
ὑποτάξει τό θέλημά του στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τότε γίνονται εὔκολα
τά πράγματα ἐπειδή βοηθᾶ καί ὁ Θεός. Ὁ χριστιανός σέ κάθε περίπτωση
πού νομίζει ὄτι θά ἁμαρτήσει, ἄς θυμᾶται ἐκεῖνο πού εἶπεν ὀ Πάγκαλλος
Ἰωσήφ ὁταν τόν προκαλοῦσε ἡ ἁμαρτία: «Δέν πρόκειται νά κάνω τό πονηρό
τοῦτο πρᾶγμα ἐνώπιον τοῦ Κυρίου» Ἄς
συναισθανόμαστε ὅτι βρικόμαστε πάντοτε κάτω ἀπό τό ἄγρυπνο
μάτι τοῦ Κυρίου, καί μέ τή βοήθειά Του θά μποροῦμε σέ κάθε Θεία Λειτουργία
νά μεταλαμβάνουμε ἀπό τό σῶμα καί τό αἷμα Του.
Ὑπάρχουν βέβαια καί πολλοί
χριστιανοί πού ἐκκλησιάζονται καί
δέν ἐξομολογοῦνται εἴτε τούς ἐμποδίζει ὀ ἐγωϊσμός τους καί ἡ
ἄγνοιά τους ἀκόμα, καί κοινωνοῦν μερικές φορές τίς μεγάλες γιορτές
καί τοῦτο εἰ κατάκριμά τους. Γι’ αὐτούς θά πρέπει νά ἀναληφθεῖ μεγάλη
ἐκστρατεία συνεχοῦς διαφώτισης καί νά μήν περιοριζόμαστε στίς συνήθεις
παροτρύνσεις πού γίνονται πρόχειρα
καί προσωρινά μέ μηδαμινά ἀποτελέσματα. Μόνο μιά δυναμική ἐπέμβαση
πάνω σέ σωστή καί ὠργανωμένη βάση, μέ προφορικό καί ἔντυπο λόγο καί
τήν ὁποία θά συντονίζει ἡ κάθε Μητρόπολη, στήν ὁποία θά στρατευθοῦν κληρικοί καί λαϊκοί θεολόγοι,
μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί τήν ἀγάπη πρός τόν ἄνθρωπο ἴσως θά φέρει τά
ποθούμενα ἀποτελέσματα γιά νά βλέπουμε τούς χριστιανούς μας νά μετέχουν
στό σωστικό Μυστήριο τῆς Θείας Μεταλήψεως.
Τελειώνοντας θά ἐσυμβούλευα
κάθε χριστιανό πού ποθεῖ τή σωτηρία
καί τήν ἀπόλαυση τῆς αἰωνίου ζωῆς νά
εἶναι σ’ ἕνα διαρκεῖ ἀγώνα καταρτισμοῦ καί ἐπαγρύπνησης, ὅπως
συνήθως κάνει καί γιά τή ζωή αὐτή τήν πρόσκαιρη· νά προφυλάγεται ὅσο
μπορεῖ ἀπό τά ἁμαρτήματα τῆς καθημερινότητας καί νά μήν ἀμελεῖ νά εξομολογεῖται ὅταν ἡ συνήδεισή του τόν κατακρίνει, ἔστω καί κάθε ἑβδομάδα,
νά καθαρίζεται καί νά κοινωνᾶ, καί σίγουρα, ἑβδομάδα μέ ἑβδομάδα τἀ
ἁμαρτήματα θά λιγοστεύουν καί θά προοδεύει πνευματικά μέ τή βοήθεια
τοῦ Κυρίου καί τήν καθοδήγηση τοῦ Πνευματικοῦ του.
Σίγουρα κανείς δέ θά ἀπαλλαγεῖ τελείως
ἀπό τίς μικρές πτώσεις γιατί ἡ τρεπτή μας φύση καί ἡ ἀδυναμία μας κάπου
θά μᾶς ρίχνουν, ἀλλά ἐμεῖς θά συνεχίζουμε τόν ἀγώνα καί ὅταν ἔλθει ἡ
ὥρα τῆς ἀναχώρισής μας, ὁ Θεός θά βρεῖ τήν κατάλληλη στιγμή νά μᾶς πάρει καθαρισμένους, Δέν πρέπει ὅμως νά
ξεχνοῦμε ὅτι κάθε ¨ενας πού ποθεῖ νά ἀναστηθεῖ καί νά εἶναι ὅμοιος τοῦ
Κυρίου, Πρέπει νά ἀγνίζει, νά καθαρίζει τόν ἑαυτό του ὅπως καί ὀ Κύριος
εἶναι ἀγνός καί καθαρός. (Ἰωάννου 3. 3)
Κάθε τιμή καί δόξα καί προσκύνιση ἁρμόζει
στήν Παναγία Τριαδα, τόν Πατέρα καί τόν Υἱό καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, τόν Ἕνα Θεό, ὅπου μᾶς παρέχει ὅσα χρειάζονται
γιά νά ξαναζήσουμε τή ζωή τοῦ χαμένου Παραδείσου. Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου