Η θεραπευτική διάσταση
του μικρού και μεγάλου Αγιασμού
Ὁ Μεγάλος ἁγιασμὸς ἔχει τρία παλαιοδιαθηκικὰ ἀναγνώσματα ἀπὸ τὸ
βιβλίο τοῦ προφήτη Ἠσαΐα (35, 1-10· 55, 1-13· 12, 3-6), τὰ ὁποῖα, πέραν
τοῦ ὅτι ἐκφράζουν τὴ μεσσιανικὴ προσδοκία, περιγράφουν τὴ νέα αἰσιόδοξη
κατάσταση τῆς ἀπολύτρωσης καὶ ἀποκατάστασης τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῆς κτίσης
στὴν ἀρχαία μακαριότητα. Προκειμένου ὁ προφήτης νὰ παρηγορήσει καὶ νὰ
ἐνσπείρει τὴ βεβαιότητα τῆς ἐπαναφορᾶς τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῆς κτίσης κατὰ
τὴ μεσσιανικὴ περίοδο στὴν ἀρχαία μακαριότητα χρησιμοποιεῖ εἰκόνες ἀπὸ
τὴν ἀνθρώπινη ἀσθένεια καὶ ταλαιπωρία καθὼς καὶ σκηνὲς ἀπὸ τὴν ἄλογο
κτίση ποὺ καὶ αὐτὴ ὀδύνει καὶ στενάζει μαζὶ μὲ τὸν ἄνθρωπο. Γιά νά
πετύχει τόν ὡς ἄνω σκοπό του ὁ Προφήτης ἐπιστρατεύει τά λόγια: .
Ἐνῶ στὸ δεύτερο ἀνάγνωσμα ἐπισημαίνουμε, πάλι, τήν αἰσιόδοξη κατακλείδα:
«τὰ γὰρ ὄρη καὶ οἱ βουνοὶ ἐξαλοῦνται προσδεχόμενοι ὑμᾶς ἐν χαρᾷ, καὶ
πάντα τὰ ξύλα τοῦ ἀγροῦ ἐπικροτήσει τοῖς κλάδοις, καὶ ἀντὶ τῆς στοιβῆς
ἀναβήσεται κυπάρισσος, ἀντὶ δὲ τῆς κονύζης ἀναβήσεται μυρσίνη».
Αποστολικό ανάγνωσμα
Τὸ καθιερωμένο ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα (Ἑβρ. 2, 11-18) στὴν ἀκολουθία
τοῦ μικροῦ ἁγιασμοῦ δὲ φαίνεται νὰ ἔχει ἄμεση στόχευση στὰ περὶ
θεραπείας, ὅπως αὐτὰ προεξετέθησαν. Περισσότερο ἰσχύει ἡ ἄποψη ὅτι
ἐπιλέχτηκε γιὰ ἐξωτερικοὺς λόγους, ἐπειδὴ τὰ λόγια «ὁ ἁγιάζων καὶ οἱ
ἁγιαζόμενοι» συνειρμικὰ ἀναφέρονται στὸ ὄνομα τῆς ἀκολουθίας καὶ στὴ
λειτουργικὴ πράξη τοῦ ἁγιασμοῦ τοῦ ὕδατος. Βέβαια θὰ μποροῦσε νὰ πεῖ
κανεὶς ὅτι μέσα σὲ ἕνα εὐρύτερο πλαίσιο θεολογικῆς καὶ πνευματικῆς
κατανόησης, μάλιστα δὲ στὴ συνάφεια τοῦ ὅλου χριστολογικοῦ πνεύματος
ἑρμηνείας τῆς πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολῆς, ὅπου ἀντιπαρατίθενται ἡ ἱεροσύνη,
τὸ θυσιαστήριο καὶ οἱ θυσίες τῆς παλαιᾶς λατρείας μὲ τὴν ἀρχιεροσύνη,
τή θυσία καὶ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι καὶ ἡ πηγὴ κάθε ἀληθινοῦ
ἁγιασμοῦ, καὶ αὐτή ἡ περικοπὴ παραπέμπει στὴν πνευματικὴ θεραπεία, ποὺ
ἐδῶ ὑποδηλώνεται μὲ τὸν ὄρο ἁγιασμός. Τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τῆς
ἀκολουθίας τοῦ Μεγάλου ἁγιασμοῦ, πάλι κινούμενο σὲ μία προοπτικὴ
χριστολογικῆς ἑρμηνείας τῶν γεγονότων καὶ σημείων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης,
στοχεύει στὴ βιβλικὴ παλαιοδιαθηκικὴ προτύπωση τοῦ βαπτίσματος τῆς
Καινῆς Διαθήκης πού βρῆκε τή χριστολογική ἐκπλήρωση στή Βάπτιση τοῦ
Κυρίου καί στήν ἐν Χριστῷ βάπτιση, στή συνέχεια, τῶν τέκνων τῆς
Ἐκκλησίας.
Το Ευαγγελικό ανάγνωσμα
Τὰ εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα τοῦ μικροῦ καὶ τοῦ Μεγάλου ἁγιασμοῦ ἔχουν,
ἐπίσης, διαφορετικὸ στόχο. Στὴν πρώτη περίπτωση τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα
Ἰωάν. 5, 1-4 ἐπιδιώκει νὰ συσχετίσει τὴν ἀναμενόμενη ἴαση ἀπὸ τὴν
ἀκολουθία τοῦ μικροῦ ἁγιασμοῦ μὲ τὶς γενόμενες ἰάσεις τῆς κολυμβήθρας
τῆς Βηθεσδᾶ. Ἐνῶ τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα Μάρκ. 1, 9-11 τοῦ Μεγάλου
ἁγιασμοῦ ἀναφέρεται στὴ Βάπτιση τοῦ Κυρίου καὶ στὴ φανέρωση τῆς Ἁγίας
Τριάδας.
Τα ειρηνικά.
Ἂν συγκρίνουμε τὰ εἰρηνικὰ τοῦ μικροῦ καὶ τοῦ Μεγάλου ἁγιασμοῦ
παρατηροῦμε ὅτι καὶ στὶς δύο περιπτώσεις ὑπάρχουν αἰτήματα μὲ τὴ γενικὴ
χροιὰ τῆς θεραπείας, ὅπως τὴν περιγράψαμε πιὸ πάνω δηλαδὴ ὡς σωτηρίας,
φωτισμοῦ, ἁγιασμοῦ κ.λπ. ἀλλὰ καὶ αἰτήματα μὲ τὴν εἰδικὴ χροιὰ τῆς
ψυχοσωματικῆς θεραπείας. Στὴ σημασία τῆς γενικῆς θεραπείας ὑπάγονται τὰ
αἰτήματα τοῦ Μικροῦ ἁγιασμοῦ: «ὑπὲρ τοῦ καταφοιτῆσαι τῷ ὕδατι τούτῳ τὴν
καθαρτικήν τῆς Ὑπερουσίου Τριάδος ἐνέργειαν…», «ὑπὲρ τοῦ καταπεμφθῆναι
αὐτῷ τὴν χάριν τῆς ἀπολυτρώσεως, τὴν εὐλογίαν τοῦ Ἰορδάνου…», «ὑπὲρ τοῦ
φωτισθῆναι ἡμᾶς φωτισμὸν γνώσεως, διὰ τῆς ὁμοουσίου Τριάδος…», «ὅπως
Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν ἀναδείξῃ ἡμᾶς υἱοὺς καὶ κληρονόμους τῆς βασιλείας
αὐτοῦ, διὰ τῆς τοῦ ὕδατος τούτου μεταλήψεώς τε καὶ ραντισμοῦ…». Ἐνῶ στὴν
ἴδια κατάταξη ἐμπίπτουν, πέραν τῶν δύο πρώτων ὡς ἄνω κοινῶν αἰτημάτων
καὶ τοῦ τρίτου κοινοῦ «ὑπὲρ τοῦ φωτισθῆναι…», μὲ μία διαφοροποίηση «διὰ
τῆς ὁμοουσίου Τριάδος» στὸ μικρὸ ἁγιασμὸ καὶ «διὰ τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος», στὸ Μεγάλο ἁγιασμό, τὰ κάτωθι γενικῆς φύσεως αἰτήματα:
«ὑπὲρ τοῦ γενέσθαι αὐτό, ὕδωρ ἀλλόμενον εἰς ζωὴν αἰώνιον…», «ὑπὲρ τοῦ
ἀναδειχθῆναι αὐτό, ἀποτρόπαιον πάσης ἐπιβουλῆς ὁρατῶν καὶ ἀοράτων
ἐχθρῶν…», «ὑπὲρ τοῦ καταξιωθῆναι ἡμᾶς, ἐμπλησθῆναι ἁγιασμοῦ, διὰ τῆς
ὑδάτων τούτων μεταλήψεως, τῇ ἀοράτῳ ἐπιφανείᾳ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος…»,
«ὑπὲρ τοῦ εἰσακοῦσαι Κύριον τὸν Θεὸν φωνῆς τῆς δεήσεως ἡμῶν τῶν
ἁμαρτωλῶν, καὶ ἐλεῆσαι ἡμᾶς…». Τέλος, ὡς πρὸς τὰ καθ’ αὐτὸ αἰτήματα
ἰάσεως καὶ θεραπείας, ἄλλοτε ψυχικῆς, ἄλλοτε σωματικῆς καὶ ἄλλοτε
ταυτόχρονα καὶ τὰ δύο, σταχυολογοῦμε ἀπὸ τὸ μικρὸ ἁγιασμὸ τὰ αἰτήματα:
«ὑπὲρ τοῦ γενέσθαι τὸ ὕδωρ τοῦτο, ἰαματικὸν ψυχῶν καὶ σωμάτων, καὶ πάσης
ἀντικειμένης δυνάμεως ἀποτρεπτικόν», «ὑπὲρ πάντων τῶν χρηζόντων τῆς
παρὰ τοῦ Θεοῦ βοηθείας καὶ ἀντιλήψεως…».
Ἐνῶ στὸ Μεγάλο ἁγιασμὸ καταγράφονται τὰ αἰτήματα: «ὑπὲρ τοῦ γενέσθαι
τὸ ὕδωρ τοῦτο, ἁγιασμοῦ δῶρον, ἁμαρτημάτων λυτήριον, εἰς ἴασιν ψυχῆς καὶ
σώματος…», «ὑπὲρ τοῦ γενέσθαι αὐτό, πρὸς καθαρισμὸν ψυχῶν καὶ σωμάτων
πᾶσι τοῖς ἀρυομένοις πίστει, καὶ μεταλαμβάνουσιν ἐξ αὐτοῦ…».
Το ευχολογικό μέρος
Ἐκεῖ ὅμως ποὺ ἔχουμε ἐμφανέστατα τὴν εἰδοποιὸ διαφορὰ καὶ τὴ στόχευση
κάθε ἀκολουθίας εἶναι τὸ εὐχολογικὸ αὐτῆς μέρος. Στὴν εὐχὴ «Κύριε Ἰησοῦ
Χριστέ, ὁ μονογενὴς Υἱός…», ποὺ ὑπάρχει μόνο στὴν ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου
ἁγιασμοῦ, ἂν ἀναζητήσουμε τὴ θεραπευτικὴ στόχευσή της θὰ μπορούσαμε νὰ
ποῦμε ὅτι ἀναφέρεται κατεξοχὴν στὴν πνευματικὴ «θεραπεία» τοῦ ἑκάστοτε
λειτουργοῦ.
Ἂν γιὰ τὸν κάθε πιστὸ μέσα στὴ λατρεία προκύπτει ὡς ὑπαρξιακὸ αἴτημα
καὶ προτείνεται ὡς πνευματικὸ ἀγώνισμα νὰ ἀντιλαμβάνεται, κατὰ τὸ
δυνατόν, ποιὸν ἔχει ἀπέναντί του καὶ ποιὸς εἶναι ὁ ἴδιος, αὐτὸ θὰ τὸ
ὀνομάζαμε μὲ ἄλλα λόγια καλλιέργεια λατρευτικῆς αὐτοσυνειδησίας, ἐνεργὸ
συμμετοχὴ στὰ τελούμενα, τότε γιὰ τὸ λειτουργὸ τὰ ὡς ἄνω εἶναι καίριο
θέμα ἱερατικῆς αὐτοσυνειδησίας. Καὶ τοῦτο γιατί ὁ λειτουργὸς εἶναι ὁ
ἱερομύστης, ὁ κύριος μοχλὸς τῆς λατρείας, αὐτὸς ὁ ὁποῖος θὰ μυσταγωγήσει
καὶ χειραγωγήσει τοὺς πιστοὺς στὴ βίωση τῶν τελουμένων. Ἂν μάλιστα
λάβουμε ὑπόψη ὅτι ἀρχικὰ τὸ ἔργο τοῦ λειτουργοῦ στὰ πλαίσια τοῦ Μεγάλου
ἁγιασμοῦ ἦταν νὰ βαπτίσει, τότε κατανοοῦμε ὅτι ὄντως ὑπάρχει θέμα
θεραπείας τοῦ ἴδιου καὶ γεύσης ἀπὸ αὐτόν, κατὰ πρῶτο λόγο, τοῦ φωτισμοῦ
τῆς θείας χάριτος καὶ τῶν ἄλλων δωρεῶν τοῦ Παναγίου Πνεύματος, τὰ ὁποῖα
ὡς ἱερουργὸς χάριτι Θεοῦ θὰ προσφέρει στὸ νεοβαπτιζόμενο. Τὰ λόγια τῆς
εὐχῆς ποὺ συνοψίζουν τὰ ὡς ἄνω εἶναι: «ρᾶνον καὶ ἐφ’ ἡμᾶς τοὺς
ἀναξίους δούλους σου, κατὰ τὴν θείαν σου ἐπαγγελίαν, ὕδωρ καθάρσιον, τῆς
σῆς εὐσπλαχνίας τὴν δωρεάν, εἰς τὸ ἐπὶ τῷ ὕδατι τούτῳ αἴτησιν ἡμῶν τῶν
ἁμαρτωλῶν εὐπρόσδεκτον γενέσθαι τῇ σῇ ἀγαθότητι καὶ τὴν εὐλογίαν σου δι’
αὐτοῦ ἡμῖν τε, καὶ παντὶ τῷ πιστῷ σου χαρισθῆναι λαῷ…».
Στὴν εὐχὴ τοῦ μικροῦ ἁγιασμοῦ «Κύριε ὁ Θεὸς ἠμῶν, ὁ μέγας τῇ
βουλῇ, καὶ θαυμαστὸς τοῖς ἔργοις,…», ἀφοῦ ὁμολογεῖται ὅτι ὁ Θεὸς
ἐπιθυμεῖ τὴ σωματική μας ὑγεία, «ἀλλ’ ὑγείαν ἀληθῆ σῷ σώματι ὀρέγων»,
καὶ ὑπενθυμίζεται ὅτι ὁ Κύριος ὁ ἴδιος συνέδεσε τὴν ἁμαρτία μὲ τὴν
ἀσθένεια, ὅπως αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ τὰ λόγια Του πρὸς τὸν θεραπευθέντα
ἀσθενῆ στήν κολυμβήθρα τῆς Βηθεσδᾶ: «ἴδε ὑγιὴς γέγονας, μηκέτι
ἁμάρτανε», ὑπάρχει καθαρὸ τὸ αἴτημα τῆς ἰάσεως: «ἐπίσκεψαι ἡμῶν, Ἀγαθέ,
τὴν ἀσθένειαν, καὶ ἴασαι ἡμῶν τάς νόσους ψυχῆς τε καὶ σώματος, τῷ ἐλέει
σου». Τὸ αἴτημα τῆς ἰάσεως συνεπικουρεῖται καὶ ἀπὸ τὴ
μνημόνευση πολλῶν ἁγίων καὶ μάλιστα ὁρισμένων λαοφιλῶν, ὅπως ἐπίσης καὶ
τῶν εἰδικῶν γιὰ τὶς ἀσθένειες ἁγίων Ἀναργύρων Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ κ.ἄ.
Ἐνῶ ἡ ἐλπίδα γιὰ τὴν ἐκπλήρωση τοῦ αἰτήματος τῆς ἰάσεως ἔρχεται τρόπον
τινὰ νὰ ἐπιβεβαιωθεῖ ἀπὸ τὴν ἐκφώνηση αὐτῆς τῆς ὡς ἄνω εὐχῆς: «ὅτι σὺ εἰ
ἡ πηγὴ τῶν ἰαμάτων, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἠμῶν,…».
Στὴν εὐχὴ τοῦ Μεγάλου ἁγιασμοῦ «Μέγας εἶ Κύριε, καὶ θαυμαστὰ τὰ ἔργα
σου,…», μετὰ τὴν πρώτη καθαγιαστικὴ εὐλογία τοῦ ὕδατος, τρόπον τινὰ ὡς
ἀναμενόμενο ἀποτέλεσμα τῆς καθαγιαστικῆς διὰ τοῦ σημείου τοῦ τιμίου
σταυροῦ ἐπενέργειας τοῦ ἁγίου Πνεύματος στὸ προκείμενο ὕδωρ,
διατυπώνονται συνοπτικὰ τὰ αἰτήματα τῆς θεραπείας μὲ τὴν ποικίλη τους
θεολογικὴ καὶ πνευματικὴ ἀπόχρωση ὡς ἑξῆς: «καὶ δὸς αὐτῷ τὴν
χάριν τῆς ἀπολυτρώσεως, τὴν εὐλογίαν τοῦ Ἰορδάνου. Ποίησον αὐτὸ
ἀφθαρσίας πηγήν, ἁγιασμοῦ δῶρον, ἁμαρτημάτων λυτήριον, νοσημάτων
ἀλεξιτήριον, δαίμοσιν ὀλέθριον, ταῖς ἐναντίαις δυνάμεσιν ἀπρόσιτον,
ἀγγελικῆς ἰσχύος πεπληρωμένον. Ἴνα πάντες οἱ ἀρυόμενοι καὶ
μεταλαμβάνοντες ἔχοιεν αὐτὸ πρὸς καθαρισμὸν ψυχῶν καὶ σωμάτων, πρὸς
ἰατρείαν παθῶν, πρὸς ἁγιασμὸν οἴκων, πρὸς πᾶσαν ὠφέλειαν ἐπιτήδειον».
Ἐπίσης, στὴν ἴδια εὐχή, πάλι μετὰ τὴ δεύτερη καθαγιαστικὴ ἐπίκληση καὶ
ἀντίστοιχη λειτουργικὴ πράξη, δηλαδὴ τὴν εὐλογία τοῦ ὕδατος, μέ τὸ ἴδιο
ὡς ἄνω, προφανῶς, σκεπτικό του συντάκτου τῆς εὐχῆς ἀπαριθμῶνται εὐχετικὰ
τὰ ἀναμενόμενα ἀποτελέσματα:
«Δὸς πᾶσι τοῖς τε ἁπτομένοις, τοῖς τε χριομένοις, τοῖς τε μεταλαμβάνουσι τὸν ἁγιασμόν, τὴν εὐλογίαν, τὴν κάθαρσιν, τὴν ὑγείαν».
Σταχυολογώντας ἀπὸ τὴν εὐχολογικὴ παράδοση γενικά τῶν εὐχῶν τοῦ
ἁγιασμοῦ τοῦ ὕδατος καὶ ρίχνοντας τὸ φῶς τοῦ προβολέα στὴ διατύπωση ἀπὸ
μέρους τους θεραπευτικοῦ αἰτήματος ἔχουμε τὴν ἑξῆς εἰκόνα. Ἀπὸ τὸ
εὐχολόγιο τοῦ Σεραπίωνος Θμούεως, στὴν ε΄ «εὐχὴ περὶ τῶν προσφερομένων
ἐλαίων καὶ ὑδάτων», τὴν ἔκφραση: «χάρισαι δύναμιν θεραπευτικὴν ἐπὶ τὰ
κτίσματα ταῦτα, ὅπως πᾶς πυρετὸς καὶ πᾶν δαιμόνιον καὶ πᾶσα νόσος διὰ
τῆς πόσεως καὶ ἀλείψεως ἀπαλλαγῇ, καὶ γένηται φάρμακον θεραπευτικὸν καὶ
φάρμακον ὁλοκληρίας ἡ τῶν κτισμάτων τούτων μετάληψις ἐν ὀνόματι τοῦ
μονογενοῦς σου Ἰησοῦ Χριστοῦ…». Στὸ ἴδιο εὐχολόγιο ἄλλη εὐχὴ (ιζ΄) μὲ
τίτλο: «εὐχὴ εἰς ἔλαιον νοσούντων ἢ εἰς ἄρτον ἢ εἰς ὕδωρ», ὑπάρχει ἡ
χαρακτηριστικὴ εὐχετικὴ διατύπωση: «… καὶ δεόμεθα ὥστε ἐκπέμψαι δύναμιν
ἰατικὴν ἀπὸ τῶν οὐρανῶν τοῦ μονογενοῦς ἐπὶ τὸ ἔλαιον τοῦτο, ἴνα γένηται
τοῖς χριομένοις (ἢ μεταλαμβάνουσι τῶν κτισμάτων σου τούτων) εἰς ἀποβολὴν
πάσης νόσου καὶ πάσης μαλακίας, εἰς ἀλεξιφάρμακον παντὸς δαιμονίου, εἰς
ἐκχωρισμὸν παντὸς πνεύματος ἀκαθάρτου, εἰς ἀφορισμὸν παντὸς πνεύματος
πονηροῦ, εἰς ἐκδιωγμὸν παντὸς πυρετοῦ καὶ ρίγους καὶ πάσης ἀσθενείας,
εἰς χάριν ἀγαθὴν καὶ ἄφεσιν ἁμαρτημάτων, εἰς φάρμακον ζωῆς καὶ σωτηρίας,
εἰς ὑγείαν καὶ ὁλοκληρίαν ψυχῆς, σώματος, πνεύματος, εἰς ρώσιν τελείαν.
Φοβηθήτω, δέσποτα, πᾶσα ἐνέργεια σατανική, πᾶν δαιμόνιον, πᾶσα ἐπιβουλὴ
τοῦ ἀντικειμένου, πᾶσα πληγή, πᾶσα μάστιξ, πᾶσα ἀλγηδών, πᾶς πόνος ἢ
ράπισμα ἢ ἐντίναγμα ἢ σκίασμα πονηρὸν τὸ ὄνομά σου τὸ ἅγιον, καὶ
ἀπερχέσθωσαν ἀπὸ τῶν ἐντὸς (καί) τῶν ἐκτὸς τῶν δούλων σου τούτων». Θὰ
πρέπει νὰ παρατηρήσουμε ὅτι οἱ δύο ὡς ἄνω εὐχὲς ἀνάγονται στὸν δ΄ αἰώνα
καί, ἐπιπλέον, ἡ δεύτερη ἔχει ἐπιτιμητικό, ἐξορκιστικὸ κατὰ τοῦ δαίμονα
χαρακτήρα, ἀφοῦ συνδέει τὴν ἀσθένεια ψυχῆς καὶ σώματος μὲ τὴ δαιμονικὴ
ἐνέργεια. Ἑπομένως ἤδη ἀπὸ τὸν δ΄ αἰώνα ἔχουμε τὴ σύνδεση τῆς εὐλογίας
τοῦ ὕδατος μὲ τὴν ἐπιδίωξη θεραπείας κατ’ ἄμφω καὶ ἀπαλλαγή ἀπὸ τὴ
δαιμονικὴ ἐνέργεια. Ἡ σύντομη καὶ περιεκτικὴ εὐχὴ τοῦ βαρβερινοῦ
εὐχολογίου: «ὁ Θεὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ τὸ πικρὸν ὕδωρ…» διατυπώνει τὸ αἴτημα
θεραπείας μὲ τὰ λόγια: «… αὐτὸς καὶ νῦν, δέσποτα, ἁγίασον τὸ ὕδωρ τοῦτο
καὶ ποίησον αὐτὸ γενέσθαι πᾶσι τοῖς ἀρυομένοις καὶ τοῖς μεταλαμβάνουσιν
ἐξ αὐτοῦ εὐλογίας πηγήν, ἰατρείαν παθῶν, ἁγιασμὸν οἴκων, πάσης
ἐπιβουλῆς ὁρατῆς τε καὶ ἀοράτου ἀλεξιτήριον». Στὸ ἴδιο πάλι εὐχολόγιο σὲ
ἄλλη εὐχὴ τιτλοφορούμενη: «εὐχὴ ἐπὶ διακονίας, λεγομένη ἐν τῇ ἐμβάτῃ
ἐκφωνητικῶς» ἀναφέρεται: «… μεταποίησον καὶ μετασκεύασον καὶ ἁγίασον τὸ
ὕδωρ τοῦτο καὶ ἐνίσχυσον αὐτὸ κατὰ πάσης ἐπικειμένης ἐνεργείας· καὶ δὸς
πᾶσι τοῖς ἐξ αὐτοῦ χριομένοις εἴτε διὰ πόσεως, εἴτε διὰ νίψεως, ἢ
ραντίσεως, εἰς ὑγείαν ψυχῆς καὶ σώματος, εἰς ἀπαλλαγὴν παντὸς πάθους καὶ
πάσης νόσου». Στοὺς κώδικες τοῦ Σινᾶ 921, 982 καὶ 987 καταχωρίζεται
εὐχὴ μὲ τίτλο: «εὐχὴ ἐπὶ ὕδατος ἀρρώστου καὶ φυλακῆς οἴκου». Αὐτὴ ἡ εὐχὴ
ἔχει τὴ θεραπευτικὴ διατύπωση ὡς ἑξῆς: «… ὥστε γενέσθαι τοῖς πίνουσιν
ἐξ αὐτοῦ ἢ ἀπολουμένους εἰς παθῶν ἀπαλλαγήν, εἰς ἁμαρτημάτων ἄφεσιν, εἰς
ἀπελατήριον παντὸς πνεύματος ἀκαθάρτου, εἰς ἀπολύτρωσιν παντὸς κακοῦ,
εἰς στηριγμὸν τῆς πίστεως, εἰς δικαιοσύνην, εἰς ἁγιασμόν…».
Τέλος, στὴ μόνο στὰ χειρόγραφα σωζόμενη, πλέον, εὐχή: «Ὁ Θεὸς ὁ μέγας
καὶ ὕψιστος, ὁ ἐν Τριάδι ἁγίᾳ προσκυνούμενος…», μετὰ τὸ θαυμάσιο
εἰσαγωγικό της μέρος, τὸ θεραπευτικὸ αἴτημα διατυπώνεται ὡς ἑξῆς: «… καὶ κατάπεμψον ἡμῖν τὴν σὴν εὐλογίαν καὶ τῶν ἰαμάτων τὴν χάριν ἐπὶ τὸ ὕδωρ τοῦτο».
Στὴν ἴδια εὐχὴ ὑπάρχει ἡ σύνδεση βαπτίσματος καὶ θεραπείας, ὅπως: «ὁ τὸ
λουτρὸν τῆς παλιγγενεσίας τῷ γένει ἡμῶν δωρησάμενος πρὸς ἀπόνιψιν τῶν
τῆς ἁμαρτίας μολυσμῶν καὶ ἀνάκτησιν τῶν ἐπισυμβαινόντων ἡμῖν παντοίων
ἀρρωστημάτων». Στὴν εὐχὴ τῆς κεφαλοκλισίας «Κλῖνον, Κύριε, τὸ οὖς σου…»,
κοινὴ σήμερα στὶς δύο ἀκολουθίες τοῦ ἁγιασμοῦ καὶ ποὺ κατακλείει ὡς
συνήθως τὶς βυζαντινὲς ἀκολουθίες μποροῦμε νὰ ἀναζητήσουμε τὸ
θεραπευτικὸ αἴτημα στὴν ἔκφραση: «… καὶ καταξίωσον ἡμᾶς, ἐμπλησθῆναι τοῦ
ἁγιασμοῦ σου, διὰ τῆς τοῦ ὕδατος τούτου μεταλήψεως καὶ ραντισμοῦ· καὶ
-ἀκόμη καθαρότερα- γενέσθω ἡμῖν, Κύριε, εἰς ὑγείαν ψυχῆς τε καὶ
σώματος». Μετὰ τὸν ἐμβαπτισμὸ τοῦ σταυροῦ καὶ στὶς δύο ἀκολουθίες καὶ
τὴν ψαλμωδία τοῦ ἀνάλογου κατὰ περίπτωση τροπαρίου, στὸ μικρὸ ἁγιασμὸ
ψάλλονται τρία τροπάρια, τὸ πρῶτο ἀπὸ τὸν ἱερέα: «Τῶν σῶν δωρεῶν…» καὶ
τὰ δυὸ τροπάρια «Πηγὴν ἰαμάτων ἔχοντες…» καὶ «Νεῦσον παρακλήσεσι…» ἀπὸ
τὸ χορὸ τῶν ψαλτῶν, τὰ ὁποῖα σαφέστατα προβάλλουν τὸ αἴτημα τῆς
θεραπείας. Ἐνῶ στὸ Μεγ. ἁγιασμὸ τὸ θεραπευτικὸ αἴτημα καλύπτεται ἀπὸ τὴ
διαπιστωτικοῦ χαρακτήρα ἀκροτελεύτια ἔκφραση τοῦ ἰδιόμελου: «Ἀνυμνήσωμεν
πιστοί τῆς περί ἡμᾶς τοῦ Θεοῦ οἰκονομίας τό μέγεθος…», τό ὁποῖο
ψάλλεται τήν ὥρα τοῦ ραντισμοῦ τῶν πιστῶν μέ τό Μεγάλο ἁγιασμό καί τοῦ
ἀσπασμοῦ τοῦ τιμίου σταυροῦ: «… ἡ γὰρ χάρις τοῦ Πνεύματος, τοῖς πιστῶς
ἀντλοῦσιν, ἀοράτως ἐπιδίδοται…». Εἰς ἐπίρρωση τῶν ὡς ἄνω μπορεῖ νά
ἀξιολογηθεῖ ὡς θεραπευτική διάσταση τοῦ Μεγάλου ἁγιασμοῦ ἡ παλαιά
λειτουργική συνήθεια τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας νά προστίθεται στό ἔλαιον τῆς
κανδήλας τοῦ ἱεροῦ εὐχελαίου καί ὕδωρ τοῦ Μεγάλου ἁγιασμοῦ. Ἔτσι ἔχουμε
εὐθεῖα σύνδεση τῆς θεραπευτικῆς διάστασης τοῦ Μεγάλου ἁγιασμοῦ μέ τό
κατ’ ἐξοχήν χριστιανικό μυστήριο τῆς ἰάσεως καί θεραπείας πού εἶναι τό
εὐχέλαιο. Ὁ Ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης ἐξετάζοντας συνδυαστικά τά
πνευματικά ἀγαθά καί ἀποτελέσματα πού προκύπτουν γιά τόν ἄνθρωπο ἀπό τό
ἱερό εὐχέλαιο καί τό βάπτισμα ἀναφέρει: «Διό θεῖον τό ἔλαιον ὡς παρά τῶν
ἱερέων εὐλογηθέν ἐν ἐπικλήσει Θεοῦ· καί ἅγιον καί θείας χάριτος τοῦ
ἁγίου Πνεύματος πλῆρες, ὡς καί τό τοῦ βαπτίσματος ὕδωρ, καί ὕδωρ ὄν, καί
πλῆρες τοῦ Πνεύματος, καί ἀνακαθαῖρον ψυχάς, καί ἀναπλάττον τόν
ἄνθρωπον, καί υἱοποιοῦν τῷ Θεῷ καί ἀναμάρτητον ἐργαζόμενον».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου